Cart 0

Περιοδικό Ιατρική - 2013

ΤΟΜΟΣ 102 Τεύχος 1 Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2013

Ε.Ι. Γρουζή

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Η φλεβική θρομβοεμβολική νόσος (ΦΘΝ) είναι η συχνότερη αιτία θανάτου σε νοσοκομειακούς ασθενείς που μπορεί να προληφθεί. Οι ηλικιωμένοι έχουν υψηλότερο κίνδυνο ΦΘΝ, λόγω υψηλού επιπολασμού προδιαθεσικών παραγόντων. Η κλινική διάγνωσή της στους ασθενείς αυτούς είναι δύσκολη, και ως εκ τούτου η χορήγηση επαρκούς θρομβοπροφύλαξης είναι καίριας σημασίας για τη μείωση της νοσηρότητας και της θνητότητας. Ωστόσο, παρά την πρόοδο που έχει συντελεστεί, σημαντικό ποσοστό νοσηλευόμενων υπερηλίκων παραμένει χωρίς θρομβοπροφύλαξη, κυρίως λόγω του κινδύνου εμφάνισης αιμορραγίας. Το πρόβλημα μπορεί να ξεπεραστεί με εξατομικευμένη για κάθε ασθενή εκτίμηση της ισορροπίας μεταξύ του αναμενόμενου οφέλους και των κινδύνων της θρομβοπροφύλαξης, λαμβάνοντας υπόψη τον ειδικό κίνδυνο ΦΘΝ σε ασθενείς μεγαλύτερης ηλικίας, καθώς και τον αυξημένο κίνδυνο αιμορραγίας επί διαταραχής της νεφρικής λειτουργίας ή σε συγχορήγηση φαρμάκων που επηρεάζουν την αιμόσταση. Τα μοντέλα εκτίμησης του κινδύνου ΦΘΝ που έχουν αναπτυχθεί για τους παθολογικούς ασθενείς, αποτελούν χρήσιμα εργαλεία για τη βελτίωση της χρήσης της θρομβοπροφύλαξης και στους ηλικιωμένους. Η φαρμακευτική θρομβοπροφύλαξη αποτελεί την αποτελεσματικότερη στρατηγική, ενώ η γρήγορη κινητοποίηση πρέπει να εφαρμόζεται το συντομότερο δυνατόν μετά την είσοδο των ασθενών στο νοσοκομείο. Τέλος, η αντιμετώπιση πρέπει να είναι δυναμική και να τροποποιείται ανάλογα με τη μεταβολή των παραγόντων τόσο για αιμορραγία, όσο και για θρόμβωση.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(1):11—25
Κέντρο Προέλευσης: ΝΥ Αιμοδοσίας, Αντικαρκινικό Ογκολογικό Νοσο­κομείο Αθηνών «Ο Άγιος Σάββας», Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Hλικία, φλεβική θρομβοεμβολική νόσος, πνευμονική εμβολή, εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση, θρομβοπροφύλαξη
Αλληλογραφία: Ε.Ι. Γρουζή, Δουκίσσης Πλακεντίας 30, 115 23 Αθήνα • e-mail: egrouzi@otenet.gr, egrouzi@yahoo.gr

Κ. Ντάλλες (1), Ι. Κώστογλου-Αθανασίου (2)

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Η θεραπεία του υπερθυρεοειδισμού που οφείλεται στη νόσο Graves, την τοξική πολυοζώδη βρογχοκήλη, το τοξικό αδένωμα και τις θυρεοειδίτιδες περιλαμβάνει τη χορήγηση φαρμάκων, ραδιενεργού ιωδίου και εγχείρηση. Στη νόσο Graves στην Ευρώπη και Ιαπωνία προτιμάται η χορήγηση αντιθυρεοειδικών φαρμάκων ή εγχείρηση, ενώ στις ΗΠΑ το ραδιενεργό ιώδιο. Και οι τρεις τρόποι θεραπείας μακροπρόθεσμα έχουν την ίδια επίδραση στην ποιότητα ζωής. Στην τοξική πολυοζώδη βρογχοκήλη και το τοξικό αδένωμα υπάρχει ομοφωνία ότι η θεραπεία εκλογής είναι η εγχείρηση. Αρχικά χορηγούνται φάρμακα σε όλες τις περιπτώσεις μέχρις ότου ο ασθενής γίνει ευθυρεοειδικός. Μετά αποφασίζεται η οριστική θεραπεία. Η θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια είναι εκδήλωση της νόσου Graves. Η αντιμετώπιση είναι δυσχερής, καθώς μπορεί να είναι ανθεκτική στη θεραπεία. Στην ελαφρά θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια χορηγούνται μόνο τοπικά μέσα (αλοιφές, κολλύρια κ.λπ.). Στη μέτρια προς σοβαρή χορηγούνται κορτικοστεροειδή ενδοφλεβίως (καλύτερα αποτελέσματα) ή από του στόματος. Όταν η νόσος είναι ανθεκτική στη θεραπεία με κορτικοστεροειδή συνιστάται ακτινοβολία του οφθαλμού ή διορθωτικές επεμβάσεις του κόγχου ή/και των βλεφάρων. Στην επαπειλούσα την όραση για την οπτική νευροπάθεια απαιτείται άμεση iv χορήγηση γλυκοκορτικοειδών σε μεγάλες δόσεις και στη συνέχεια αποσυμπίεση του κόγχου. Πρόσφατες μελέτες με χορήγηση ριτουξιμάμπης ή σεληνίου έδειξαν ενθαρρυντικά αποτελέσματα στη σοβαρή ή στην ελαφρά οφθαλμοπάθεια, αντίστοιχα.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(1):26—36
Κέντρο Προέλευσης: (1) Ιατρική Φυσική, Πανεπιστήμιο Αθηνών, (2) Ενδο­κρι­νο­λογικό Τμήμα, ΓΝΑ «Κοργια­λένειο-Μπενάκειο» ΕΕΣ, Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Yπερθυρεοειδισμός, αντιθυρεοειδικά δισκία, ραδιενεργό ιώδιο, εγχείρηση, θυρεοειδική οφθαλμοπάθεια
Αλληλογραφία: I. Κώστογλου-Αθανασίου, Κορινθίας 7, 115 26 Αθήνα • e-mail: ikostoglouathanassiou@yahoo.gr

Δ. Θεοφιλόπουλος, Β. Σταθάκου

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Ο καρκίνος αποτελεί συχνό φαινόμενο στην εποχή μας και συγκαταλέγεται στις κύριες αιτίες θανάτου στον ανθρώπινο πληθυσμό. Για τον λόγο αυτόν κρίνεται αναγκαία η έγκαιρη διάγνωση, εξασφαλίζοντας την πρόληψη και πιθανή αντιμετώπισή του. Η επιστήμη της γενετικής αποτελεί σημαντικό εργαλείο για την επίτευξη αυτού, λειτουργώντας τόσο ως προγνωστικό όσο και διαγνωστικό εργαλείο. Ο καρκίνος είναι αποτέλεσμα μεταλλάξεων στο ανθρώπινο γονιδίωμα, που μπορούν είτε να περάσουν από τη μία γενιά στην επόμενη (κληρονομικές μεταλλάξεις), είτε να εμφανιστούν σποραδικά κατά τη διάρκεια της ζωής ενός ανθρώπου (επίκτητες μεταλλάξεις). Οι μεταλλάξεις αυτές μπορεί να απορρυθμίσουν τη φυσιολογική δράση των γονιδίων, διαταράσσοντας τη λειτουργία πρωτεϊνών. Η γενετική στην κλινική ογκολογία έχει ως στόχο τον προσδιορισμό και χαρακτηρισμό δεικτών που μαρτυρούν την προδιάθεση εμφάνισης καρκίνου τόσο σε ενήλικα άτομα, όσο και σε προεμφυτευτικό στάδιο. Παράλληλα, δύναται να βοηθήσει στον σχεδιασμό εξατομικευμένης θεραπείας για κάθε ασθενή, λαμβάνοντας υπόψη ότι συγκεκριμένα χημειοθεραπευτικά σχήματα (εξαρτώμενα από μεταλλάξεις σε υποδοχείς γονιδίων) δρουν πιο αποτελεσματικά και με λιγότερη τοξικότητα (φαρμακογενετική). Η γενετική, σε συνδυασμό πάντα με την παραδοσιακή ογκολογία, αποτελεί έναν ελπιδοφόρο συνδυασμό για την αντιμετώπιση του καρκίνου.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(1):37—49
Κέντρο Προέλευσης: BioGenomica, Kέντρο Γενετικών Αναλύσεων και Ερευνών, Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Γενετική, γονίδια, καρκίνος, σύνδρομα, φαρμακογενετική
Αλληλογραφία: Δ. Θεοφιλόπουλος, BioGenomica – Kέντρο Γενετικών Αναλύσεων και Ερευνών ΑΕ, Τενέδου 2, 152 35 Βριλήσσια, Αθήνα • e-mail: d.theofil@biogenomica.gr

Ι. Αποστολάκης, Δ. Αβούρης-Καλαμάς

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Στο πλαίσιο άσκησης της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, οι υγειονομικές μονάδες καθημερινά συγκεντρώνουν και επεξεργάζονται ολοένα και μεγαλύτερες ποσότητες πληροφορίας, σημαντικές για την εξυπηρέτηση των πολιτών. Το γεγονός αυτό οδηγεί μονοσήμαντα στην υιοθέτηση και εφαρμογή λύσεων πληροφορικής προκειμένου να καταγραφεί και να επεξεργασθεί αποτελεσματικά ο μεγάλος όγκος των δεδομένων, που προέρχεται τόσο από τις ιατρικές-νοσηλευτικές όσο και από τις διοικητικο-οικονομικές λειτουργίες των μονάδων υγείας. Σκοπός της εργασίας είναι να δοθεί τo πλαίσιο λειτουργίας και διάχυσης Πληροφοριακών Υποδομών (με εστίαση στις «άυλες» υποδομές λογισμικού). Έτσι σε εθνικό επίπεδο, διατυπώνεται πρόταση ανάπτυξης ενός πλαισίου διοίκησης μέσω της ύπαρξης ενός νοσοκομείου οδηγού-συμβούλου σε κάθε υγειονομική περιφέρεια που θα αποσκοπεί στην ενσωμάτωση των υφιστάμενων και μελλοντικών πληροφοριακών συστημάτων από το σύνολο των μονάδων υγείας. Η συλλογιστική εστιάζεται στο να εκμεταλλευτούμε τις δυνατότητες και τις ικανότητες του εξειδικευμένου προσωπικού των μονάδων υγείας προκειμένου να επιτύχουμε οικονομίες κλίμακας. Αναλύοντας το προτεινόμενο πλαίσιο στο εθνικό σύστημα υγείας της χώρας, θα αποτυπώσουμε ζητήματα που προκύπτουν σε επίπεδο Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΥΥΚΑ), σε επίπεδο Υγειονομικής Περιφέρειας (ΥΠΕ) και σε τοπικό επίπεδο (νοσοκομείο/κέντρο υγείας/περιφερειακό ιατρείο). Το προτεινόμενο πλαίσιο μπορεί να δώσει λύσεις υπό το πρίσμα της έμπρακτης υποστήριξης από όλα τα διοικητικά επίπεδα.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(1):50—61
Κέντρο Προέλευσης: Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Τεχνολογίες της πληροφορίας και επικοινωνιών, ηλεκτρονική υγεία, πληροφοριακά συστήματα-εφαρμογές, διοίκηση μονάδων υγείας
Αλληλογραφία: Ι. Αποστολάκης, Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, Λεωφ. Αλεξάνδρας 196, 115 21 Αθήνα • e-mail: gapostolakis@esdy.edu.gr

Ε.Π. Χριστοφορίδου, Ε. Ριζά, Β. Σκουτέρης, Α. Λινού

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Το ζήτημα των χώρων υγειονομικής ταφής απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) απασχολεί την κοινή γνώμη, τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες και την επιστημονική κοινότητα. Η ανεπαρκής και ακατάλληλη διαχείριση των απορριμμάτων συνεπάγεται σοβαρές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία. Στην παρούσα εργασία πραγματοποιείται απόπειρα σκιαγράφησης του σχετικού ευρωπαϊκού και εθνικού νομοθετικού πλαισίου αναφορικά στους ΧΥΤΑ και επιπλέον παρατίθεται ανασκόπηση της υπάρχουσας διεθνούς βιβλιογραφίας σχετικά με τις επιπτώσεις της μη ορθής λειτουργίας τους στη δημόσια υγεία. Η Οδηγία 99/31/ΕΚ περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων συνιστά το βασικό νομοθετικό κείμενο για την πρόληψη ή τη μείωση των δυσμενών περιβαλλοντικών επιπτώσεων της υγειονομικής ταφής αποβλήτων, καθώς και για την προστασία της ανθρώπινης υγείας από τις αρνητικές επιδράσεις της τελικής διάθεσης των αποβλήτων. Τέλος, έρευνα πραγματοποιήθηκε σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων για δημοσιευμένες μελέτες μέχρι και τον Οκτώβριο του 2012, η οποία απέδωσε 13 σχετικές μελέτες αναφορικά στις επιπτώσεις στη δημόσια υγεία. Συχνά διαπιστώθηκε η παρουσία βαρέων μετάλλων, καθώς επίσης και άλλων επιβλαβών ουσιών όπως η νιτρώδης αμμωνία και οι αρωματικοί και αλειφατικοί υδρογονάνθρακες. Σε περισσότερες από μία μελέτες παρατηρήθηκε αύξηση στις περιπτώσεις συγγενών ανωμαλιών. Καθίσταται λοιπόν ξεκάθαρο ότι είναι επιτακτική η ανάγκη να διασφαλιστεί η δημόσια υγεία από τους κινδύνους που «απορρέουν» από τους ΧΥΤΑ.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(1):62—69
Κέντρο Προέλευσης: Εργαστήριο Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, Ιατρική Σχολή Αθηνών, Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Χώρος υγειονομικής ταφής απορριμμάτων, δημόσια υγεία, νομοθεσία
Αλληλογραφία: E.Π. Χριστοφορίδου, Ιατρική Σχολή, Μ. Ασίας 75, 115 27 Αθήνα • e-mail: echristof@med.uoa.gr

ΤΟΜΟΣ 102 Τεύχος 1 Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2013

E.I. Grouzi

DESCRIPTION:
Venous thromboembolism (VTE) is the commonest cause of preventable death in hospitalized patients. Elderly patients have higher risk of VTE because of high prevalence of predisposing factors. Clinical diagnosis of VTE in the elderly is difficult and, as such, adequate thromboprophylaxis is of pivotal importance in reducing mortality and morbidities. Despite significant advances that have been achieved in the last two decades, many hospitalized elderly patients remain without thromboprophylaxis, because of bleeding risk. Available data from existing clinical trials supported a good benefit-risk ratio of different thromboprophylaxis modalities in geriatric patients. Nevertheless, in practice, the balance between expected benefit and risk of thromboprophylaxis should be carefully assessed for each individual elderly patient taking into account the specific risk of VTE in older patients and the risk of anticoagulant related bleeding due to frequent occurrences of renal impairment and drug interactions. Risk assessment model developed for medical patients could be useful tools to improve the use of thromboprophylaxis even in elderly patients. Although pharmacological VTE prophylaxis is effective for most patients, early mobilization should be implemented for all elderly patients as soon as possible. The prophylaxis should remain dynamic and be adjusted when the VTE and bleeding risk of a patient changes.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(1):11—25
Origin Center: Transfusion Service, “Agios Savvas” Regional Cancer Hospital, Athens, Greece
Keywords: Age, venous thromboembolism, pul­mo­nary embolism, deep vein thrombosis, thromboprophylaxis.
Corresponding Author: E.I. Grouzi, 30 Doukissis Plakentias street, GR-115 23 Athens, Greece • e-mail: egrouzi@otenet.gr, egrouzi@yahoo.gr

K. Ntalles (1), I. Kostoglou-Athanassiou (2)

DESCRIPTION:
The therapeutic management of clinical hyperthyroidism which is due to Graves’ disease, toxic multinodular goiter, toxic adenoma and thyroiditis includes the administration of drugs, radioactive iodine and surgery. In Graves’ disease, either the administration of drugs or surgery is preferred in Europe and Japan while in USA that of radioactive iodine. All therapeutic modalities have the same long term effect on quality of life. In toxic multinodular goiter and toxic adenoma consensus exists that surgery is the therapy of choice. Initially antithyroid drugs are administered in all cases until euthyroidism is achieved. Thereafter, the decision for the preferred therapeutic method for permanent cure is made. Thyroid ophthalmopathy is a manifestation of Graves’ disease. Its management is the cause of many problems and therapeutic dilemmas as it may be resistant to therapy. In mild thyroid ophthalmopathy only local measures (ointments, eye drops) are applied. In moderate to severe thyroid ophthalmopathy glucocorticoids are administered either intravenously (best results) or orally. In resistant to corticosteroids disease, either irradiation of the orbit or corrective surgery of the orbit and/or the eyelids, are performed. In the sight-threatening ophthalmopathy for optic neuropathy, immediate treatment with high-dose iv glucocorticoids and subsequent orbital decompression is warranted. Recently, in the management of thyroid ophthalmopathy rituximab and selenium appear to have encouraging results for severe or mild disease, respectively.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(1):26—36
Origin Center: (1) Department of Medical Physics, Medical School, Univer­sity of Athens, (2) Department of Endo­crinology, General Hospital of Athens, “Korgialenio Benakio”, Red Cross Hospital, Athens, Greece
Keywords: Hyperthyroidism, antithyroid drugs, radioactive iodine, surgery, thyroid ophthalmopathy
Corresponding Author: I. Kostoglou-Athanassiou, 7 Korinthias street, GR-115 26 Athens, Greece • e-mail: ikostoglouathanassiou@yahoo.gr

D. Theofilopoulos, B. Stathakou

DESCRIPTION:
Cancer is currently one of the most common causes of death in the human population. Prevention and early diagnosis seems to be crucial for managing its symptoms and genetics is an important prognostic and/or diagnostic tool for addressing this issue. Cancer is a result of mutations in the human genome that can either pass from one generation to the next (hereditary mutations), or appear sporadically during an individual’s lifetime (somatic mutations). These mutations can deregulate the normal function of a gene resulting in a truncated protein. Genetics in clinical oncology aims at finding and characterizing markers implicated in cancer development not only in adults, but also at the preimplantation stage. Concurrently, it allows us to design personalized treatment for each individual, taking into consideration that gene receptor mutations affect the levels of efficiency and toxicity of certain chemotherapeutic regimens (pharmacogenetics). Genetics, in conjunction with traditional oncology, is a promising future combination for treating cancer.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(1):37—49
Origin Center: BioGenomica, Center of Genetic Research and Analyses, Athens, Greece
Keywords: Genetics, genes, cancer, syndromes, pharmacogenetics
Corresponding Author: D. Theofilopoulos, BioGenomica – Center for Genetic Research and Analyses SA, 2 Tenedou street, GR-152 35 Vrilissia, Athens, Greece • e-mail: d.theofil@biogenomica.gr

I. Apostolakis, D. Avouris-Kalamas

DESCRIPTION:
When exercising medical care, health units daily collect and process ever-increasing amounts of information relevant to the service of citizens. This results uniquely to the adoption and implementation of solutions in order to record and process effectively the large volume of data, derived from both the medical and nursing, but also by the administrative-financial functions of the health units. The aim of this paper is to provide the operational framework and dissemination of Information Infrastructures (focusing on “intangible” software infrastructure). Thereby, a proposal is delivered at national level in order to develop a framework for administration, available through a hospital acting as a guide-consultant in each health district, aiming at integration of existing and prospective IT systems by all of the health units. The reasoning is focused to exploit the capabilities and skills of qualified staff of health units in order to achieve economies of scale. By analyzing the proposed framework into national health care system of the country, issues arising will be imprinted at the Ministry of Health and Social Solidarity (MHSS) at Health Region (YPE) and local (hospital/health center/regional clinic). The proposed framework can provide solutions in the light of practical assistance by all levels of administration.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(1):50—61
Origin Center: National School of Public Health, Athens, Greece
Keywords: Information and communication techno­logy, electronic health, information systems infrastructure, management of health units
Corresponding Author: I. Apostolakis, National School of Public Health, 196 Alexandras Ave., GR-115 21 Athens, Greece • e-mail: gapostolakis@esdy.edu.gr

Ε.P. Christoforidou, E. Riza, B. Scouteris, A. Linos

DESCRIPTION:
Τhe issue of landfills concerns the public, responsible government agencies and scientific community, as well. Inadequate and improper waste management has serious implications for public health. The present paper attempts to outline the relevant European and national legislative framework in landfills and also gives an overview of the existing international literature on the effects on public health of incorrect landfill operation. The Directive 99/31/EC on the landfill of waste is the main legislative instrument for preventing or reducing the adverse environmental impact of landfills and to protect human health from the adverse effects of the disposal of waste. Finally, research conducted in electronic databases for studies published up to October 2012 yielded 13 relevant studies relating to the impact of landfills on public health. Often is the detection of heavy metals and other harmful substances such as nitrite ammonia and aromatic and aliphatic hydrocarbons. In more than one study an increase in cases of congenital anomalies is noted. It becomes clear therefore that there is an urgent need to protect public health from risks “arising” from landfills.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(1):62—69
Origin Center: Department of Hygiene, Epidemiology and Medical Statistics, Medical School of Athens, Athens, Greece
Keywords: Sanitary waste landfills, public health, legislation
Corresponding Author: E.P. Christoforidou, Medical School of Athens, 75 M. Assias street, GR-115 27 Athens, Greece • e-mail: echristof@med.uoa.gr

ΤΟΜΟΣ 102 Τεύχος 2 Μάρτιος-Απρίλιος 2013

Ευθ. Αραπογιάννη, Ευ. Χολόγκιτας

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Η Πρωτοπαθής Χολική Κίρρωση (ΠΧΚ) είναι μια χρόνια χολοστατική νόσος του ήπατος που αφορά κυρίως σε γυναίκες μέσης ηλικίας και χαρακτηρίζεται από την παρουσία θετικών αντιμιτοχονδριακών αντισωμάτων (ΑΜΑ). Στην παθογένεια της νόσου θεωρείται ότι εμπλέκεται συνδυασμός γενετικών παραγόντων και περιβαλλοντικών ερεθισμάτων. Η διάγνωση τίθεται όταν πληρούνται δύο από τα ακόλουθα τρία κριτήρια: (α) βιοχημικά ευρήματα χολόστασης (αύξηση της αλκαλικής φωσφατάσης και γ-GT), (β) παρουσία θετικών ΑΜΑ και (γ) ύπαρξη ιστολογικών ευρημάτων στη βιοψία του ήπατος συμβατών με ΠΧΚ. Οι ασθενείς είναι συνήθως ασυμπτωματικοί, ενώ η κόπωση και ο κνησμός αποτελούν τα δύο πιο συχνά συμπτώματα της νόσου. Η κίρρωση αναπτύσσεται σε προχωρημένα στάδια, ενώ πυλαία υπέρταση μπορεί να εμφανιστεί και σε προ-κιρρωτικό στάδιο. Για τη θεραπεία της νόσου, το αρκτοδεοξυχολικό οξύ (UDCA) σε δοσολογία 13–15 mg/kg/ημέρα είναι το μοναδικό εγκεκριμένο φάρμακο. Σε ασθενείς με μη ικανοποιητική βιοχημική ανταπόκριση στο UDCA μπορεί να δοκιμασθούν και άλλοι φαρμακευτικοί παράγοντες στα πλαίσια κλινικών μελετών. Τέλος, η μεταμόσχευση ήπατος αποτελεί τη μοναδική αποτελεσματική θεραπεία σε ασθενείς με μη αντιρροπούμενη κίρρωση.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(2):87—98
Κέντρο Προέλευσης: Δ΄ Παθολογική Κλινική, ΓΝ Θεσσαλονίκης «Ιππο­κράτειο», Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, Θεσσαλονίκη
Λέξεις Κλειδιά: Πρωτοπαθής χολική κίρρωση, χρόνια χολοστατικά νοσήματα, αρκτοδεοξυχολικό οξύ
Αλληλογραφία: Ευ. Χολόγκιτας, ΓΝ Θεσσαλονίκης «Ιππο­κρά­τειο», Κωνσταντινουπόλεως 49, 546 42 Θεσσαλονίκη • e-mail: cholongitas@yahoo.gr

Α. Ματίκας, Μ. Μπακίρη

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Το πρωτοπαθές λέμφωμα του Κεντρι­κού Νευρικού Συστήματος είναι σπάνια οντότητα, αποτελώντας το 2–3% των πρωτοπαθών όγκων του ΚΝΣ και το 2–3% των non Hodgkin λεμφωμάτων. Παρά τα σημαντικά βήματα προόδου που έχουν γίνει τα τελευταία 20 χρόνια, η πρόγνωση των ασθενών με λέμφωμα του ΚΝΣ είναι πτωχή. Έγινε ανασκόπηση της αγγλόφωνης βιβλιογραφίας, εστιάζοντας κυρίως στα τελευταία 5 έτη. Η αναζήτηση έγινε μέσω της βάσης δεδομένων Pubmed έως τον Δεκέμβριο 2012 χρησιμοποιώντας τις λέξεις κλειδιά PCNSL, lymphoma/nervous, lymphoma/brain, AIDS/lymphoma. Παρουσιάζονται τα τελευταία δεδομένα που αφορούν τη σύγχρονη θεώρηση της βιολογίας της νόσου, τα νεότερα διαγνωστικά μέσα και τη θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών με πρωτοπαθές λέμφωμα του ΚΝΣ. Επίσης, περιγράφονται συνοπτικά όλοι οι σπάνιοι κλινικοί και ιστολογικοί τύποι της νόσου, ενώ ιδιαίτερη μνεία γίνεται στο πρωτοπαθές λέμφωμα ΚΝΣ που εμφανίζεται σε ασθενείς με AIDS. Η αποκρυπτογράφηση της βιολογίας της νόσου, η βελτιστοποίηση των διαγνωστικών μέσων και η εισαγωγή νέων θεραπειών πιστεύεται ότι θα οδηγήσουν σε βελτίωση της επιβίωσης.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(2):99—121
Κέντρο Προέλευσης: Αιματολογική/Λεμφωμάτων Κλινική, ΠΓΝΑ «O Ευαγ­γελισμός», Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Λέμφωμα, ΚΝΣ, χημειοθεραπεία, HIV
Αλληλογραφία: A. Ματίκας, Καρβέλα 24, Αγία Παρασκευή, 153 42 Αθήνα • e-mail: almatikas@gmail.com

Χρ. Τεσσερομμάτη, Α. Κώτσιου

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
H δυσάρεστη εμπειρία που ορίζεται ως πόνος σχετίζεται με εγκατεστημένη ή επαπειλούμενη ιστική βλάβη. Ο πολφός αποτελεί άμεση πύλη αλγογόνων ερεθισμάτων μηχανικής, χημικής και μικροβιακής αιτιολογίας. Φωσφολιπίδια, κινίνες, ισταμίνη και σεροτονίνη ενεργοποιούν αλγογόνα ερεθίσματα απελευθερούμενα από νέκρωση/θάνατο κυττάρων, προκαλούν εκπόλωση στους υποδοχείς βλάβης-άλγους και μεταφέρονται μέσω αδ- και c-ινών του τριδύμου στο ΚΝΣ. Η ασπιρίνη και τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη (ιβουπροφένη, ινδομεθακίνη) ενδείκνυνται στον πόνο φλεγμονώδους αιτιολογίας αναστέλλοντας τη σύνθεση προσταγλανδινών στην περιφέρεια και στο ΚΝΣ. Συνιστάται σταδιοποίηση του πόνου. Σε στάδιο 1 η παρακεταμόλη είναι αποτελεσματική. Στα στάδια 2–3 τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη συγχορηγούνται με βοηθητικά (adjuvant) αναλγητικά (τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά, αγχολυτικά, αντιεπιληπτικά, τοπικά αναισθητικά) δίδοντας λύση και στον νευροπαθητικό πόνο. Τα τοπικά αναισθητικά που αποκλείουν τους διαύλους Να+ σταθεροποιούν την κυτταρική μεμβράνη και το δυναμικό ενεργείας, και με μικρές δόσεις κεταμίνης δρουν ικανοποιητικά στην εξαγωγή του 3ου γομφίου. Τα αντικαταθλιπτικά αναστέλλοντας την επαναπρόσληψη σεροτονίνης/νοραδρεναλίνης ενισχύουν την κατιούσα ανασταλτική οδό του πόνου. Τα αντιεπιληπτικά αναστέλλουν το δυναμικό ενεργείας αποκλείοντας τους διαύλους Να+. Η καψικαϊνη, τοπικά, ενδείκνυται στον νευροπαθητικό πόνο (ζωστήρα) κενώνοντας τις τελικές προσαγωγές νευρικές απολήξεις από την ουσία Ρ. Τα αντι­ισταμινικά σε τοπικές πλύσεις έχουν τοπική αναισθητική δράση. Η κλονιδίνη ενισχύει τη δράση των οπιούχων. Χορηγείται διαδερμικά, συστηματικά ή νωτιαία.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(2):122—135
Κέντρο Προέλευσης: Εργαστήριο Φαρμακολογίας, «Αρεταίειο» Νοσοκο­μείο, Ιατρική Σχολή, Πανε­πιστήμιο Αθηνών, Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Πόνος, μη-στεροειδή αντιφλεγμονώδη, οπιοειδή, κεταμίνη
Αλληλογραφία: Χρ. Τεσσερομμάτη, Εργαστήριο Φαρμα­κο­λογίας, «Αρεταίειο» Νοσοκομείο, M. Aσίας 75, 115 27 Γουδή, Αθήνα • e-mail: ctesser@med.uoa.gr, pharmacy@aretaieio.uoa.gr

Α.Χ. Ντάτσης (1), Β. Πόλκα (2), Γ. Ζέρβας (3)

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
ΣΚΟΠΟΣ Η καταγραφή της υπάρχουσας κατάστασης αναφορικά με τη διαχείριση των επικίνδυνων ιατρικών αποβλήτων (ΕΙΑ) στα νοσοκομεία του νομού Αιτωλοακαρνανίας. ΥΛΙΚΟ-ΜΕΘΟΔΟΣ Μελετήθηκαν 25 στάδια απαραίτητα για τη σωστή διαχείριση των ΕΙΑ. Οι πληροφορίες συλλέχθηκαν με επιτόπια έρευνα καθώς και με χρήση δεδομένων των νοσοκομείων. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Η συνολική ποσότητα των ΕΙΑ (2009) ήταν 20.194 kg και 44.470 kg και το συνολικό κόστος μεταφοράς/τελικής επεξεργασίας περίπου 50.000 ευρώ και 126.000 ευρώ για τα νοσοκομεία Μεσολογγίου και Αγρινίου αντιστοίχως. Όσον αφορά στα 25 στάδια ελέγχου, διαπιστώθηκε η μη ύπαρξη ενεργού ομάδας εκπαιδευμένων ατόμων για τη διαχείριση των ΕΙΑ, έλλειψη σχεδίου αντιμετώπισης πιθανής ρύπανσης από τη διαφυγή ΕΙΑ στο περιβάλλον, απόρριψη ΕΙΑ στους κάδους κοινών απορριμμάτων, προβλήματα στην πυρασφάλεια, στον ευχερή καθαρισμό και απολύμανση του ειδικού χώρου προσωρινής αποθήκευσης των ΕΙΑ καθώς και ελλιπής σήμανση στα κουτιά συλλογής των ΕΙΑ. Επιπλέον προβλήματα είναι η ανύπαρκτη εκπαίδευση του προσωπικού και η σχετική αδιαφορία προς τη σωστή εφαρμογή της νομοθεσίας. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Για τη βελτίωση της διαχείρισης των ΕΙΑ απαιτείται αρχικά γνώση της σχετικής νομοθεσίας και ενεργής ομάδα ειδικά εκπαιδευμένων ατόμων υπεύθυνων για τον συντονισμό των ενεργειών. Σημαντική είναι η συνεχής εκπαίδευση των εργαζομένων. Απαιτείται βελτίωση των χώρων προσωρινής αποθήκευσης ΕΙΑ και προστασία των ατόμων που ασχολούνται με τη συλλογή και μεταφορά τους. Επίσης ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στην αντιμετώπιση πιθανής διασποράς ΕΙΑ στο περιβάλλον.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(2):136—145
Κέντρο Προέλευσης: (1) Χειρουργική Κλινική, ΓΝ Μεσολογγίου «Χατζη­κώ­στα», (2) Επιτροπή Διαχείρισης Επικίνδυνων Ιατρικών Αποβλήτων, ΓΝ Μεσολογγίου, Μεσολόγγι, (3) Τομέας Υγειονομικής Μηχανικής και Υγιεινής Περιβάλλοντος, Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Επικίνδυνα ιατρικά απόβλητα, δια­χείριση επικίνδυνων ιατρικών αποβλήτων, νομοθεσία διαχείρισης επικίνδυνων ιατρικών αποβλήτων
Αλληλογραφία: Α.Χ. Ντάτσης, Οδός Ναυπάκτου, 302 00 Μεσολόγγι • e-mail: adatsis@gmail.com

Γρ. Τσουκαλάς, Μ. Καραμάνου, Γ. Γκενεράλης, Φ. Μαρινέλη, Γ. Ανδρούτσος

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Η ανάπτυξη της σύγχρονης οδοντιατρικής οφείλεται στο έργο και τα επιτεύγματα του Pierre Fauchard, ενός πρωτοπόρου Γάλλου οδοντιάτρου, ο οποίος έζησε το πρώτο μισό του 18ου αιώνα. Ο Fauchard εισήγαγε πλήθος καινοτομιών στην οδοντιατρική, όπως τον οδοντιατρικό τροχό. Σε αντίθεση με την τακτική των επιστημόνων της εποχής, μοιράστηκε τις γνώσεις του με τους συναδέλφους και τις δημοσίευσε στο σύγγραμμά του “Le chirurgien dentiste”. Ο Fauchard πέθανε στο Παρίσι, μαχόμενος την απάτη των τσαρλατάνων της οδοντιατρικής και την εκμετάλλευση των ασθενών.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(2):146—150
Κέντρο Προέλευσης: Εργαστήριο Iστορίας της Ιατρικής, Ιατρική Σχολή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Fauchard, οδοντιατρική χειρουργική, οδοντιατρικός τροχός, ούρα, τερηδόνα

ΤΟΜΟΣ 102 Τεύχος 2 Μάρτιος-Απρίλιος 2013

E. Arapogianni, Ev. Cholongitas

DESCRIPTION:
Primary biliary cirrhosis (PBC) is a chro­nic inflammatory autoimmune liver disease that primarily affects women and is characterized by high titer of serum anti mitochondrial antibodies (AMA). Τhe development of PBC is attributed to genetic factors interacting with environmental triggers. The diagnosis of PBC is documented with the presence of the following three criteria: (a) biochemical evidence of cholestasis based mainly on γ-GT and alkaline phosphatase elevation, (b) high titer of AMA in serum and (c) Liver biopsy showing florid bile duct lesions and cholestasis. Patients are usually asymptomatic at the time of diagnosis. Fatigue and pruritus are the two most frequent symptoms. Cirrhosis develops in later stages. Ursodeoxycholic acid (UDCA) is the treatment of choice and should be administered at a recommended dose of 13–15 mg/kg/day, per os. Patients with inadequately response to UDCA therapy may need additional medical therapy, but further studies are needed for final conclusions. Finally, liver transplantation is the only effective treatment for patients with decompensated cirrhosis.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(2):87—98
Origin Center: 4th Department of Internal Medicine, “Hippokration” General Hospital of Thessaloniki, Aristotle University of Thessaloniki, Greece
Keywords: Primary biliary cirrhosis, chronic cholestatic syndrome, ursodeoxycholic acid
Corresponding Author: Ev. Cholongitas, “Hippokration” Ge­neral Hospital of Thessaloniki, 49 Konstantinoupoleos street, GR-546 42 Thessaloniki, Greece • e-mail: cholongitas@yahoo.gr

Α. Matikas, M. Bakiri

DESCRIPTION:
Primary lymphoma of the nervous system is a rare entity, comprising the 2–3% of all the primary CNS tumors and the 2–3% of all non Hodgkin lymphomas. Despite the progress, the prognosis of primary CNS lymphoma is poor. A review of the entire English literature was performed, particularly of the last 5 years. The search was performed through Pubmed until December 2012 utilizing the key words PCNSL, lymphoma/nervous, lymphoma/brain, AIDS/lymphoma. All the latest evidence concerning the biology, diagnosis and treatment of patients with primary CNS lymphoma are presented. Also, all the rare clinical and pathological types are discussed. Particular mention is made of the primary CNS lymphoma that affects patients with AIDS. The understanding of its biology and the optimization of diagnostic and therapeutic strategies may lead to better survival.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(2):99—121
Origin Center: Hematology/Lymphoma Department, “Evangelismos” University General Hospital of Athens, Athens, Greece
Keywords: Lymphoma, CNS, chemotherapy, HIV
Corresponding Author: A. Matikas, 24 Karvela street, GR-153 42 Athens, Greece • e-mail: almatikas@gmail.com

Chr. Tesseromatis, A. Kotsiou

DESCRIPTION:
Pain, defined as an unpleasant experience, is associated with established or potential tissue damage. Pulp is a direct portal of nociceptive stimuli of mechanical, chemical, and microbial etiology. Phospholipids, kinins, histamine and serotonin activate nociceptive stimuli released by necrosis/cell death, causing depolarization receptor-injury pain and transported, via Αδ-and C-fiber of trigeminal nerve, to the CNS. Aspirin and non-steroidal anti-inflammatory drugs (ibuprofen, indomethacin) are indicated for the treatment of pain of inflammatory etiology pain, acting by inhibiting prostaglandin synthesis both in periphery and CNS. Pain must be treated step by step. In step 1 paracetamol is effective. In steps 2 and 3, along with non-steroidal anti-inflammatory drugs, adjuvant analgesics (tricyclic antidepressants, anxiolytics, anticonvulsants, local anesthetics), even in neuropathic pain, may be administered. Local anesthetics blocking Na+ channels stabilize the cell membrane and action potential. Antidepressants enhance the descending inhibitory pathway of pain by inhibiting the reuptake of serotonin/noradrenaline. The anticonvulsants inhibit the action potential of cells by blocking Na+ channels. The capsaicin (locally) is indicated for neuropathic pain (shingles). Small doses of ketamine (for third molar extraction) in combination with local anesthetics exert satisfactory analgesic effect. Antihistamine mouth washes have local anesthetic activity. Clonidine administered via transdermal, systemic or spinal route can enhance opioids effect.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(2):122—135
Origin Center: Department of Pharmacology, “Aretaieio” Hospital, Medical School, University of Athens, Athens, Greece
Keywords: Pain, NSAIDs, opioids, ketamine
Corresponding Author: Chr. Tesseromatis, Department of Pharmacology, “Aretaieio” Hospital,, 75 M. Asias street, GR-115 27 Goudi, Athens, Greece • e-mail: ctesser@med.uoa.gr, pharmacy@aretaieio.uoa.gr

A.C. Datsis (1), V. Polka (2), G. Zervas (3)

DESCRIPTION:
ΑΙΜ To analyze the current status of hazardous medical waste (HMW) management in the hospitals of the prefecture of Aitoloakarnania. ΜATERIAL-METHODS We studied 25 check points regarding all stages of the in-hospital medical waste management. Information collected using site inspection and hospital data. RESULTS The total amount of HMW (2009) and the cost for transportation/final treatment were 20,194 kg/50,000 euros and 44,470 kg/126,000 euros for the Messolonghi General Hospital and Agrinion General Hospital respectively. Regarding the 25 check points we found a lack of an active group of personnel with special training in HMW management, a lack of an action plan in the case of environmental pollution of HMW leakage, disposal of HMW in the municipal garbage bins, problems regarding the fire protection, cleaning and disinfection of the temporary collection site of HMW and imperfect marking on the collection boxes of HMW. Additional problems are pertained mainly to the lack of awareness and inexistence of relevant education of the involved personnel. CONCLUSIONS The knowledge of the relevant legislation and an active team of specially trained personnel to coordinate the process, are essential to improve the management of the HMW. Other important issues are the continuous training of hospital workers, the improvement of the temporary storage sites and the protection of the involved personnel. Particular attention will also be given to the implementation of those conditions that are necessary to address potential accidents from environmental dispersion.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(2):136—145
Origin Center: (1) Surgical Clinic, General Hospital of Messolonghi, (2) Ha­zar­dous Medical Waste Management Committee, Gene­ral Hospital of Messolonghi, Messolonghi, (3) Depart­ment of Hygiene Engineering and Environmental Health, National School of Public Health, Ath
Keywords: Medical waste, management, medical waste management regulation
Corresponding Author: A.C. Datsis, Nafpaktou street, GR-302 00 Messolonghi, Greece • e-mail: adatsis@gmail.com

G. Tsoucalas, M. Karamanou, G. Generalis, F. Marineli, G. Androutsos

DESCRIPTION:
The development of the modern practice of dentistry can be traced back to the work and life of Pierre Fauchard, a French pioneer dentist who lived in the first half of the eighteenth century. Fauchard, introduced a variety of innovations in dentistry, including dentist’s drill. In a significant break with the tradition of the time, he shared his knowledge and techniques with his colleagues publishing them in the first comprehensive dental textbook “Le Chirurgien Dentiste”. He died in Paris, fighting the quackery and fraud of dental charlatans and their exploitation of patients.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(2):146—150
Origin Center: History of Medicine Department, Medical School, National and Kapodistrian University of Athens, Athens, Greece
Keywords: Fauchard, dental surgery, dentist’s drill, urine, dental decay

ΤΟΜΟΣ 102 Τεύχος 3 Μάιος-Ιούνιος 2013

Ά. Πεφάνης

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Σύμφωνα με τον κλασικό ορισμό των Petersdorf και Beeson, ως πυρετός αγνώστου αιτιολογίας (fever of unknown origin, FUO) χαρακτηρίζεται η εμπύρετος κατάσταση –με επαναλαμβανόμενες μετρήσεις της θερμοκρασίας σε επίπεδα >38,3 °C– που διαρκεί τουλάχιστον τρεις εβδομάδες και για την οποία δεν έχει τεθεί αιτιολογική διάγνωση μετά από τουλάχιστον μίας εβδομάδος νοσηλεία σε νοσοκομείο. Πριν τον χαρακτηρισμό του πυρετού ως FUO, πρέπει να έχει προηγηθεί ένα σύνολο εξετάσεων, οι οποίες να μην έχουν οδηγήσει στη διάγνωση του αιτίου του πυρετού. Διαγνωστικές τεχνικές για την ωφέλεια των οποίων υπάρχει τεκμηρίωση είναι η CT κοιλίας, τα σπινθηρογραφήματα, τα υπερηχογραφήματα κροταφικής αρτηρίας και κάτω άκρων και επί ενδείξεων οι βιοψίες ήπατος, κροταφικής αρτηρίας και δέρματος. Το ποσοστό αδιάγνωστου FUO μπορεί να φθάνει και το 30%. Οι μισοί από αυτούς τους ασθενείς θα παρουσιάσουν αυτόματη ύφεση του πυρετού, ενώ το 15% θα ανταποκριθεί σε NSAIDs, ή κορτικοειδή. Η σχετικά χαμηλή ειδικότητα, σε συνδυασμό με την υψηλή ευαισθησία, του F18-FDG PET/CT, διενεργούμενου αμέσως μετά τον αρχικό έλεγχο, μπορεί να θέσει τη διάγνωση ή να κατευθύνει τον περαιτέρω έλεγχο προς την τελική διάγνωση σε σημαντικό αριθμό ασθενών με FUO. Η διενέργεια μη αναγκαίου περαιτέρω ελέγχου ή η θεραπεία με κορτικοειδή μπορούν να αποφευχθούν όταν το αποτέλεσμα του F18-FDG PET/CT είναι αρνητικό.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(3):163—169
Κέντρο Προέλευσης: Παθολογική Κλινική, ΓΝΝΘΑ «Η Σωτηρία», Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Πυρετός άγνωστης αιτιολογίας, διάγνωση, F18-FDG PET/CT
Αλληλογραφία: Ά. Πεφάνης, Παθολογική Κλινική, ΓΝΝΘΑ «Η Σωτηρία», Λεωφ. Μεσογείων 152, 115 27 Αθήνα • e-mail: apefan@med.uoa.gr

Π.Χ. Παπαγιώργης

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Ο ορθοκολικός καρκίνος είναι μία από τις συχνότερες κακοήθεις νεοπλασίες παγκοσμίως, εμφανίζοντας ιδιαίτερα υψηλή συχνότητα στις ανεπτυγμένες χώρες, οφειλόμενη σε παράγοντες κινδύνου σχετιζόμενους με τον δυτικό τρόπο ζωής π.χ. διατροφή, παχυσαρκία, καθιστική ζωή. Παρατηρείται επίσης σημαντική διακύμανση της συχνότητας της νόσου ανάλογα με την ηλικία (αύξηση με την πρόοδο της ηλικίας) και το φύλο (συχνότερη στους άνδρες). Κατά τις τελευταίες δεκαετίες έχει καταγραφεί σταθεροποίηση (και σε ορισμένες περιπτώσεις μείωση) της συχνότητας της νόσου στις δυτικές χώρες, ενώ η αντίθετη τάση (αύξηση) παρατηρήθηκε σε πολλές αναπτυσσόμενες περιοχές, οφειλόμενη στην υιοθέτηση του δυτικού τρόπου ζωής. Επιπρόσθετα, στις δυτικές χώρες, η ανατομική κατανομή της νόσου έχει μεταβληθεί προς όφελος των δεξιότερα εντοπιζόμενων όγκων «δεξιά ή εγγύς στροφή», οφειλόμενη, σε σημαντικό βαθμό, στη δημογραφική γήρανση, καθώς η συχνότητα όγκων δεξιάς εντόπισης είναι δυσανάλογα υψηλότερη στους ηλικιωμένους. Οι επιδημιολογικές τάσεις επιβάλουν την εφαρμογή συστηματικών προγραμμάτων screening σε άτομα ηλικίας >50 ετών, με την κολονοσκόπηση ως μέθοδο εκλογής. Παράλληλα, απαιτούνται στρατηγικές υιοθέτησης υγιεινών συμπεριφορών (έλεγχος σωματικού βάρους, άσκηση, περιορισμός κατανάλωσης κρέατος, αλκοόλ και καπνίσματος). Η ευρισκόμενη υπό κλινική έρευνα χρήση των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων (NSAID) εμφανίζεται σαν ένα χρήσιμο εργαλείο πρόληψης της νόσου, ειδικότερα σε συγκεκριμένες ομάδες κινδύνου.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(3):170—179
Κέντρο Προέλευσης: Χειρουργικό Τμήμα, «Ιατρικό Κέντρο Αθηνών», Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Oρθοκολικός καρκίνος, επιδημιολογία, παράγοντες κινδύνου, «δεξιά στροφή»
Αλληλογραφία: Π.Χ. Παπαγιώργης, Νεοσοίκων 35, 185 36 Πειραιάς • e-mail: ppapagiorg@teiath.gr

Σ.Γ. Πανουσόπουλος, Κ.Μ. Στάμου, Φ. Ζάχαρη, Ι.Γ. Καραϊτιανός

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Η νεοπλασματική νόσος θεωρείται ανεξάρτητος παράγοντας για την εμφάνιση θρομβοεμβολικής νόσου (ΘΕΝ) και η ογκολογική θεραπεία συχνά επιπλέκεται απ’ αυτήν. Συχνότερα απαντούν επεισόδια από το φλεβικό σύστημα, είτε εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση, είτε πνευμονική εμβολή. Το 20% περίπου του συνόλου των θρομβοεμβολικών επεισοδίων αφορά σε ογκολογικούς ασθενείς. Στους χειρουργικούς ασθενείς εν γένει, τα θρομβοεμβολικά επεισόδια είναι η δεύτερη συχνότερη μετεγχειρητική επιπλοκή, και μία από τις συχνότερες αιτίες θανάτου που μπορούν να προληφθούν. Είναι πλέον επιβεβλημένη η μακρόχρονη (40 ημέρες) μετεγχειρητική θρομβοπροφύλαξη για όλους τους ασθενείς που χειρουργούνται για καρκίνο στην κοιλία ή/και την πύελο. Τα φάρμακα εκλογής αυτή τη στιγμή είναι οι χαμηλού μοριακού βάρους ηπαρίνες, καθώς προσφέρουν πολύ καλό επίπεδο προστασίας έναντι επεισοδίων ΘΕΝ, ενώ είναι αρκετά ασφαλή και εύκολα στη χορήγηση φάρμακα. Παρά ταύτα, προκύπτουν προβληματισμοί που αφορούν στην επικινδυνότητα της χρήσης των διαθέσιμων αντιπηκτικών παραγόντων από ασθενείς που δεν νοσηλεύονται πλέον. Στο πλαίσιο αυτό έχουν κάνει την εμφάνισή τους νέοι αντιπηκτικοί παράγοντες Τα χαρακτηριστικά τους είναι η από του στόματος χορήγηση, το αυξημένο «παράθυρο» θεραπευτικής δράσης, και, τελικά, το συγκρίσιμο ή και μικρότερο κόστος. Κοινό πρόβλημα των νέων αυτών παραγόντων, και στόχος έρευνας παγκοσμίως, είναι ότι δεν έχουν αναπτυχθεί ακόμα παράγοντες που να αντιστρέφουν την προκαλούμενη αντιπηξία.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(3):180—187
Κέντρο Προέλευσης: Γ΄ Χειρουργική Κλινική, Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Αθηνών, «Ο Άγιος Σάββας», Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Φλεβική θρομβοεμβολική νόσος, θρομβοπροφύλαξη, χειρουργική ογκολογία
Αλληλογραφία: Σ.Γ. Πανουσόπουλος, Λεωφ. Παστέρ 10, 115 21 Αθήνα • e-mail: akispan@yahoo.gr

Δ. Παυλοπούλου (1), Π. Καπράλος (2), Β.Α. Σεβαστιανός (1)

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Η χολόσταση ανεξαρτήτως αιτιολογίας προκαλεί συνήθως σε άλλοτε άλλο βαθμό κνησμό. Πιστεύεται ότι εμπλέκεται ένας πολυπαραγοντικός μηχανισμός στην αιτιολογία του χολοστατικού κνησμού. Πέρα από την άμεση δράση των χολικών αλάτων στις νευρικές απολήξεις, υπάρχουν ενδείξεις ότι το κεντρικό νευρικό σύστημα παίζει σημαντικό ρόλο κυρίως μέσω του οπιοειδεργικού και του σεροτονικού συστήματος. Ενδογενή οπιοειδή δεσμεύονται σε κάποιον από τους τρεις οπιοειδεργικούς υποδοχείς προκαλώντας κνησμό. Αν και η γνώση αυτή προσφέρει επιπλέον θεραπευτικές δυνατότητες στην αντιμετώπιση αυτού του είδους κνησμού, ωστόσο δεν υπάρχουν επί του παρόντος σαφείς κατευθυντήριες οδηγίες. Σκοπός της συγκεκριμένης ανασκόπησης είναι η διερεύνηση της αποτελεσματικότητας της χορήγησης των ανταγωνιστών των οπιοειδών στην αντιμετώπιση του κνησμού που οφείλεται σε χολόσταση. Οι ανταγωνιστές των οπιοειδών που μελετήθηκαν είναι η ναλτρεξόνη, η ναλοξόνη και η ναλμεφένη. Φαίνεται ότι για τον καλύτερο έλεγχο του κνησμού και τον περιορισμό των ανεπιθύμητων ενεργειών απαιτείται αρχικά η χορήγηση ενδοφλεβίως ή υποδορίως μικρών δόσεων ναλοξόνης και εν συνεχεία η από του στόματος χορήγηση ναλμεφένης ή ναλτρεξόνης για τη συντήρηση του αποτελέσματος. Ωστόσο, χρειάζονται επιπλέον διπλά τυφλές διασταυρωμένες μελέτες, όχι μόνο ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο αλλά και συγκριτικές μεταξύ των ανταγωνιστών και των λοιπών θεραπευτικών επιλογών, ώστε να δημιουργηθούν επίσημες κατευθυντήριες οδηγίες για την αντιμετώπιση του χολοστατικού κνησμού.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(3):188—198
Κέντρο Προέλευσης: (1) Δ΄ Παθολογική Κλινική, ΠΓΝΑ «Ο Ευαγγελισμός», (2) B΄ Πανεπιστημιακή Παθολογική Kλινική, ΠΓΝΑ «Iπποκράτειο», Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Χολόσταση, κνησμός, ανταγωνιστές των οπιο­ειδών
Αλληλογραφία: B. Σεβαστιανός, Λουίζης Ριανκούρ 3, 115 23 Αθήνα • e-mail: vsevastianos@gmail.com

Αθ.Γ. Αντωνόπουλος (1,2), Κλ. Εμμανουήλ (1), Αθ. Τρίκας (1)

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Η περιφερική αγγειοπάθεια (ΠΑ) εμφανίζεται στο 3–7% του γενικού πληθυσμού και στο 20% στα άτομα άνω των 75 ετών. Επηρεάζει σαφώς τη λειτουργική κατηγορία και την ποιότητα ζωής των ασθενών αυτών και αυξάνει την καρδιαγγειακή θνησιμότητα. Η επίπτωσή της γενικά είναι μεγαλύτερη στους καπνιστές, στους διαβητικούς και στους ασθενείς με στεφανιαία νόσο. Ακόμα και στην ασυμπτωματική ΠΑ (όπως αυτή ορίζεται από τη μείωση της πίεσης του σφυρο-βραχιονίου δείκτη) φαίνεται ότι υπάρχει μια ομάδα ασθενών υψηλού κινδύνου για καρδιακά και καρδιαγγειακά επεισόδια. Στην πλειονότητα των ασθενών, η νόσος παραμένει σταθερή και μόνο στο 20% επιδεινώνεται, εμφανίζοντας σοβαρά συμπτώματα. Η μη αντιμετώπιση της κριτικής ισχαιμίας μπορεί να προκαλέσει ανεπανόρθωτες ισχαιμικές αλλοιώσεις του άκρου που μπορεί να οδηγήσουν σε ακρωτηριασμό. Ο κίνδυνος αυτός είναι μεγαλύτερος στους διαβητικούς ασθενείς. Επίσης, οι ασθενείς με κριτική ισχαιμία άκρου εμφανίζουν 25% ετήσια θνησιμότητα ενώ το 1/3 εξ αυτών θα χρειαστεί μεγαλύτερο ακρωτηριασμό μέσα στον πρώτο χρόνο. Η θεραπεία της ΠΑ ποικίλλει ανάλογα με την κλινική εικόνα του ασθενούς αλλά και λόγω της εισόδου και ταχείας ανάπτυξης των ενδοαγγειακών μεθόδων. Από τις διάφορες κατευθυντήριες οδηγίες που κατά καιρούς έχουν δημοσιευθεί, ελάχιστες έχουν αναφερθεί στη σχέση κόστους/αποτελεσματικότητας ή/και οφέλους, στην αντιμετώπιση της ΠΑ. Όμως οι τελευταίες παράμετροι πρέπει να αποτελούν, εκτός των άλλων, ουσιώδες κριτήριο στην παροχή υπηρεσιών υγείας, οποιουδήποτε τύπου. Στην παρούσα ανασκόπηση αναλύονται οι αναθεωρημένες οδηγίες του NICE οι μόνες που περιλαμβάνουν και οικονομικά κριτήρια στην αντιμετώπιση της ΠΑ.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(3):199—205
Κέντρο Προέλευσης: (1) Καρδιολογική Κλινική, ΓΝΑ «Η Ελπίς», Αθήνα, (2) Di­parti­mento Cardiologia Medico-Chirurgica e Chirur­gia Toraco-Vascolare, Hesperia Hospital, Modena, Italy
Λέξεις Κλειδιά: Περιφερική αγγειοπάθεια, κατευθυντήριες οδηγίες, κόστος/αποτελεσματικότητα, διάγνωση, θεραπεία
Αλληλογραφία: Αθ.Γ. Αντωνόπουλος, Λεωφ. Αλεξάνδρας 59, 114 74 Αθήνα • e-mail: athadon@gmail.com

Π.Ε. Χριστοφορίδου (1), S.N. Kales (2), K. Χατζησταύρου (1), A. Λινού (1)

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Η έκθεση στο αρσενικό μέσω του πόσιμου νερού αποτελεί καίριο ζήτημα της δημόσιας υγείας. Πραγματοποιήσαμε συστηματική ανασκόπηση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας εξετάζοντας τον συσχετισμό του καρκίνου του ήπατος με την έκθεση στο αρσενικό μέσω του πόσιμου νερού. Έρευνα πραγματοποιήθηκε σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων για δημοσιευμένες μελέτες μέχρι και τον Απρίλιο του 2012. Εντοπίστηκαν επτά οικολογικές, τρεις ασθενών-μαρτύρων και δύο μελέτες κοόρτης. Η πλειοψηφία αυτών διεξήχθη σε περιοχές με υψηλές συγκεντρώσεις σε αρσενικό όπως Ταϊβάν, Πακιστάν, Μπανγκλαντές, ΗΠΑ και Χιλή. Οι περισσότερες μελέτες ανέφεραν υψηλότερα ποσοστά καρκίνου του ήπατος στις παραπάνω περιοχές συγκριτικά με τον γενικό πληθυσμό ή ομάδες ελέγχου με χαμηλότερη έκθεση. Η έκθεση στο αρσενικό εκτιμήθηκε σε ατομικό επίπεδο σε δύο μόνο μελέτες και με τη χρήση βιοδείκτη σε μία. Επιπλέον, εννέα μελέτες έλεγξαν και για άλλους συγχυτικούς παράγοντες πέραν της ηλικίας. Όλες οι μελέτες κοόρτης και ασθενών-μαρτύρων στάθμισαν ως προς το κάπνισμα. Παρά ορισμένους μεθοδολογικούς περιορισμούς των μελετών (σε διάφορες περιοχές, με διαφορετικό σχεδιασμό), η παρατήρηση θετικών συσχετισμών από την πλειοψηφία των μελετών καταδεικνύει ύπαρξη σχέσης αιτιότητας μεταξύ της έκθεσης σε υψηλές συγκεντρώσεις αρσενικού και της εμφάνισης καρκίνου του ήπατος. Ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου του ήπατος σε χαμηλές συγκεντρώσεις αρσενικού και για σύντομη περίοδο έκθεσης επιδέχεται περαιτέρω διερεύνησης.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(3):206—223
Κέντρο Προέλευσης: (1) Εργαστήριο Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, Ιατρική Σχολή Αθηνών, Αθήνα, (2) Τμήμα Περιβαλλοντικής Υγείας του Harvard School of Public Health, Μασαχουσέτη, ΗΠΑ
Λέξεις Κλειδιά: Kαρκίνος ήπατος, αρσενικό, πόσιμο νερό
Αλληλογραφία: Ε.Π. Χριστοφορίδου, Μικράς Ασίας 75, 115 27 Αθήνα • e-mail: echristof@med.uoa.gr

Κ. Λάιος (1), Α. Παπαχρήστου (2), Γ. Γάτσος (3), Στ. Γιάτσιου (4), Γρ. Τσουκαλάς (1), Γ. Ανδρούτσος (1)

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
ΣΚΟΠΟΣ Οι αρχαίοι έλληνες ιατροί διακρίνονταν για τον ορθολογισμό τους τόσο στην αντιμετώπιση των νόσων, σωματικών και ψυχικών, όσων και στην προσέγγιση της συμπεριφοράς των ανθρώπων που μπορούσε να παρεκκλίνει από τους αποδεκτούς κανόνες τους. Μια τέτοια λογική προσέγγιση παρατηρείται και όταν εξετάζουν την περίπτωση του ενθεαστικού πάθους, δηλαδή της συνήθειας των πιστών κατά τη διάρκεια λατρείας προς τους θεούς να αυτοτραυματίζονται.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(3):224—226
Κέντρο Προέλευσης: (1) Εργαστήριο Ιστορίας της Ιατρικής, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Αθηνών, (2) Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Αθηνών, (3) Τμήμα Πυρηνικής Ιατρικής, ΑΟΝΑ «Ο Άγιος Σάββας», Αθήνα, (4) Τμήμα Γενικής Ιατρικής, Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας, Λάρισα
Λέξεις Κλειδιά: Eνθεαστικό πάθος, αυτοτραυματισμός, μανία, μελαγχολία
Αλληλογραφία: Γρ. Τσουκαλάς, Κόνωνος 62–64, 116 33 Παγκράτι, Αθήνα • e-mail: gregorytsoucalas@yahoo.gr

ΤΟΜΟΣ 102 Τεύχος 3 Μάιος-Ιούνιος 2013

A. Pefanis

DESCRIPTION:
Petersdorf and Beeson provided the classic definition of “fever of unknown origin” (FUO) as a prolonged febrile illness of at least three weeks’ duration, with repeated temperature measurements of >38.3°C, that defies diagnosis after one week of hospital inpatient evaluation. It has been suggested that a minimum set of investigations should be performed prior to so defining a patient. The diagnostic work may fail to reach a diagnosis in up to 30% of cases. In one half of patients with no diagnosis after an extensive work up, fever will abate spontaneously. Another 15% will respond to NSAIDs or to corticosteroids. Recommended diagnostic tests for which evidence exists are: CT of the abdomen, nuclear imaging, temporal artery and leg Doppler imaging and in selected cases biopsies of liver, temporal artery or skin. The relatively limited specificity in combination with the high sensitivity for focal diseases make hybrid F18-FDG PET/CT a good diagnostic tool to be applied early in the wor-kup to guide the choice for more specific diagnostic examinations. A negative F18-FDGS PET/CT may avoid further diagnostic tests and therapeutic trial with steroids.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(3):163—169
Origin Center: Department of Internal Medicine, “Sotiria” General Hospital of Athens, Athens Greece
Keywords: Fever of unknown origin, FUO, diagnosis, F18-FDG PET/CT
Corresponding Author: A. Pefanis, Department of Internal Medicine “Sotiria” General Hospital of Athens, 152 Meso­gion Ave., Athens GR-115 27 • e-mail: apefan@med.uoa.gr

P.Ch. Papagiorgis

DESCRIPTION:
Colorectal cancer (CRC) is one of the most common malignancies worldwide, with a particularly higher incidence in the developed countries, due to risk factors associated with western lifestyle e.g. diet, obesity, sedentary life. Variation of CRC incidence is also observed by age (rising rates with increasing age) and gender (higher rates in men). A stabilization (and occasionally a reduction) of the disease incidence has been recorded in western countries within last decades, whereas the opposite trend (i.e. increase) has been observed in several developing areas, attributable to the adoption of western lifestyle. In addition, a change in the anatomical distribution of CRC towards more proximal sites (proximal or rightward shift) has been also noted in western countries – due (in large part) to their aging population, given that the incidence of proximal tumors is disproportionally higher among elderly. Epidemiological trends necessitate the implementation of systematic screening programs with colonoscopy as method of choice (for ages >50 years), along with appropriate strategies for adoption of healthy behavior (weight control, exercise, limitation of meat consumption, alcohol and smoking). The use of non steroid antiinflammatory drugs (NSAID) –currently under clinical investigation– appears as a promising tool in CRC prevention, preferentially for specific risk groups.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(3):170—179
Origin Center: Department of Surgery, “Athens Medical Center”, Athens, Greece
Keywords: Colorectal cancer, epidemiology, risk factors, “proximal shift”
Corresponding Author: P.Ch. Papagiorgis, 35 Neosoikon street, GR-185 36 Piraeus, Greece • e-mail: ppapagiorg@teiath.gr

S.G. Panousopoulos, K.M. Stamou, F. Zachari, I.G. Karaitianos

DESCRIPTION:
Cancer is considered an independent risk factor for the development of thromboembolic disease, and cancer treatments are often thereby complicated. Most commonly, episodes arise from venous circulation, either as deep vein thrombosis or as pulmonary embolism. About 20% of all thromboembolic episodes are recorded in oncology patients. In surgical patients, thromboembolic episodes are the second most common post-operative complication, and one of the most common preventable causes of death. It is recommended to provide long term (40 days) post-operative prophylaxis for all cancer patients who undergo abdominal and/or pelvic operations. At present, first choice for this treatment lies in LMWH, as they offer a high level of protection against thromboembolic incidents, whilst being safe and easy to administer. There is some controversy regarding the safety of available anticoagulation medications, especially for patients no longer in the hospital setting. This has lead to the development of novel prophylactic agents. They share key characteristics, such as per os administration, a wide therapeutic range, and comparable or favourable cost. A common problem with these new anticoagulation agents, and the target of research globally, is the lack of reversal medication.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(3):180—187
Origin Center: 3rd Surgical Clinic, Regional Cancer Hospital, “Agios Savvas”, Athens, Greece
Keywords: Venous thromboembolic disease, thromboprophylaxis, surgical oncology
Corresponding Author: S.G. Panousopoulos, 10 Pasteur Ave., GR-115 21 Athens, Greece • e-mail: akispan@yahoo.gr

D. Pavlopoulou (1), P. Kapralos (2), V.A. Sevastianos (1)

DESCRIPTION:
Cholestasis independently of its etiology usually provokes itching of variable degree. Ιt is widely accepted that a multifactorial mechanism is involved as causative agent of cholestatic pruritus. Apart from the direct action of bile salts in the nerve endings, there are indications that the central nervous system plays also an important role particularly through opioid and serotonergic systems. Endogenous opioids bind in any of the three opioid receptors causing itching. Although this knowledge offers additional therapeutic potential, however there are currently no clear guidelines. The purpose of this review is to investigate the efficacy of opioid antagonists’ administration in the treatment of pruritus due to cholestasis. The opioid antagonists’ that have been studied are naltrexone, naloxone, nalmefene. Seems that to the better itching control and to diminish the adverse events is required initially, intravenous or subcutaneous, small doses of naloxone and then the oral administration of nalmefane or naltrexone for the long term maintenance. However, additional double-blind cross sectional studies are necessary, not only placebo controlled but head to head comparison of opioid antagonists and the related treatment options with the intention to create official guidelines for the management of cholestatic pruritus.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(3):188—198
Origin Center: (1) 4th Department of Internal Medicine, “Evaggelismos” University General Hospital of Athens, (2) 2nd Department of Internal Medicine, “Hippokration” University General Hospital of Athens, Athens, Greece
Keywords: Cholestasis, pruritus, opioid antagonist
Corresponding Author: V. Sevastianos, 3 Louise Riencourt street, GR-115 23 Athens, Greece • e-mail: vsevastianos@gmail.com

A. Antonopoulos (1,2), K. Emmanouil (1), A. Trikas (1)

DESCRIPTION:
Peripheral vascular disease may affect 3–7% of general population and 20% of people over 75 years old. In the majority of patients may limit significantly functional class and quality of life and increase cardiovascular mortality. Generally, the incidence is high among people who smoke, people with diabetes, and people with coronary artery disease. Even in the absence of clinical symptoms the presence of peripheral artery disease (as indicated by reduced ankle brachial pressure index, ABPI) has been shown to identify people who are at increased risk of cardiac and cerebrovascular morbidity and mortality. Patients with critical limb ischemia are at significant risk of developing irreversible ischemic damage to the leg or foot if they do not receive appropriate treatment and this may lead to amputation. Overall, approximately 1–2% of people with intermittent claudication will eventually undergo amputation, although the risk is higher in diabetics. Moreover, the mortality of those who develop critical limb ischemia is high; with approximately 25% dying within a year and about 1/3 will require a major lower limb amputation within a year. Actually, clinical approach may be different due to the heterogeneity of clinical entity as well as the rapid development of diagnostic and endoscopic methods. Moreover, a multidisciplinary diagnostic and therapeutic approach is very important. Different guidelines were published from various societies, but only NICE guidelines may offer a clear approach based also on cost/effectiveness and benefit for diagnosis and treatment, for national health systems.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(3):199—205
Origin Center: (1) Department of Cardiology, “Elpis” General Hospital of Athens, Athens, Greece, (2) Dipartimento Cardiologia Medico-Chirurgica e Chirurgia Toraco-Vascolare, Hespe­ria “Hospital”, Modena, Italy
Keywords: Peripheral artery disease, guidelines cost-effectiveness, diagnosis, treatment
Corresponding Author: A. Antonopoulos, 59 Alexandras Ave., GR-114 74 Athens, Greece • e-mail: athadon@gmail.com

P.Ε. Christoforidou (1), S.N. Kales (2), K. Hadjistavrou (1), A. Linos (1)

DESCRIPTION:
Exposure to arsenic through drinking water is an alarming public health issue. We carried out a systematic review of the existing literature examining the association between liver cancer and exposure to arsenic through drinking water. We searched electronic databases for studies published up to April 2012. Seven ecological, three case-control and two cohort studies were identified. The vast majority of them were carried out in areas with high arsenic concentrations such as Taiwan, Pakistan, Bangladesh, USA and Chile. Most of the studies reported higher risks of liver cancer in the above areas compared to the general population or to a low arsenic-exposed control group. Arsenic exposure was assessed at individual level only in two studies and in one by using a biomarker. Nine studies presented results after adjustment for potential confounders except for age; all cohort and case-control studies presented results after adjustment for cigarette smoking status. Despite few methodological limitations (varying study designs, studies carried out in different areas), the observation of statistically significant associations in the majority of studies provide support for an association of causality between ingested arsenic in high concentrations and liver cancer. The risk of liver cancer after exposure to lower concentrations of arsenic has to be further investigated.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(3):206—223
Origin Center: (1) Department of Hygiene Epidemiology and Medical Statistics, Medical School of Athens, Athens, Greece, (2) Department of Environmental Health Harvard School of Public Health, Massachusetts, USA
Keywords: Liver cancer, arsenic, drinking water
Corresponding Author: E.P. Christoforidou, 75 Mikras Asias street, GR-115 27 Athens, Greece • e-mail: echristof@med.uoa.gr

Κ. Laios (1), Α. Papachristou (2), G. Gatsos (3), St. Giatsiou (4), Gr. Tsoucalas (1), G. Androutsos (1)

DESCRIPTION:
ΑΙΜ The ancient greek physicians were distinguished for the rationality on both the treatment of diseases, physical and mental, and on approximating those people’s behaviour that might deviate from the accepted rules. Such a logical approach was observed when considering the case of the “divine madness”, thus the habit of believers to be self inflicted during worship to the gods.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(3):224—226
Origin Center: (1) History of Medicine Department, Medical School, Uni­versity of Athens, (2) Medical School, University of Athens, (3)Nuclear Medicine Department, ΑONA “Saint Savvas”, Athens, (4) Medicine Department, General Hospital of Larissa, Larissa, Greece
Keywords: Divine madness, self-inflicted, mania, melancholy
Corresponding Author: G. Tsoucalas, 62–64 Kononos street, GR-116 33 Pagrati, Athens, Greece • e-mail: gregorytsoucalas@yahoo.gr

ΤΟΜΟΣ 102 Τεύχος 4 Ιούλιος-Αύγουστος 2013

Π. Αθανασίου

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Η ρευματοειδής αρθρίτιδα (ΡΑ) στους ηλικιωμένους ορίζεται ως η ΡΑ που εισβάλλει μετά την ηλικία των 60 ετών. Συγκριτικά με τη ΡΑ στους νεότερους ασθενείς χαρακτηρίζεται από μικρότερο λόγο γυναικών προς άνδρες και συχνά εισβάλλει οξέως με γενικά συμπτώματα. Υπάρχουν δύο υπο-ομάδες ΡΑ στους ηλικιωμένους. Η πρώτη υποομάδα έχει την κλασική κλινική εικόνα της ΡΑ ενώ η δεύτερη έχει κλινική εικόνα παρόμοια με αυτή της ρευματικής πολυμυαλγίας. Η ανίχνευση των αντισωμάτων έναντι των κυκλικών κιτρυλλιωμένων πεπτιδίων μπορεί να διαφοροδιαγνώσει τη δεύτερη υποομάδα από την αληθή ρευματική πολυμυαλγία. Η θεραπεία της ΡΑ στους ηλικιωμένους χρειάζεται σωφροσύνη και προσοχή επειδή υπάρχει ο κίνδυνος που σχετίζεται με την ηλικία και αφορά κυρίως στη νεφρική λειτουργία, στο κυκλοφορικό και στο πεπτικό σύστημα. Ο λόγος κινδύνου προς όφελος πρέπει να εκτιμάται με ακρίβεια για κάθε έναν ασθενή. Οι ηλικιωμένοι δεν πρέπει να στερούνται της χορήγησης των τροποποιητικών της νόσου φαρμάκων αλλά και των βιολογικών παραγόντων που μπορεί να θέσουν υπό έλεγχο τη νόσο και να προστατεύσουν τον ασθενή από την αναπηρία, διαφυλάσσοντας την κινητικότητά του.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(4):239—244
Κέντρο Προέλευσης: Ρευματολογική Κλινική, ΓΝ Θεσσαλονίκης «Άγιος Παύ­λος», Θεσ­σαλονίκη
Λέξεις Κλειδιά: Ρευματοειδής αρθρίτιδα, ηλικιωμένοι, αντί-CCP αντισώματα, τροποποιητικά της νόσου φάρμακα, βιολογικοί παράγοντες
Αλληλογραφία: Π. Αθανασίου, Εθνικής Αντιστάσεως 161, 551 34 Θεσσαλονίκη • e-mail: pathanassiou@yahoo.gr

Θ. Μαρινάκης

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Το 2008 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας βασίστηκε και σε νεότερες πληροφορίες για να κατατάξει τα Χρόνια Μυελοϋπερπλαστικά Νοσήματα. Έτσι στον διαγνωστικό αλγόριθμο προστέθηκε η κατάδειξη του παθολογικού κλώνου, που τεκμηριώνεται πλέον και με την παρουσία της JAK2V617F μετάλλαξης ή άλλων λιγότερο συχνών μοριακών δεικτών καθώς και την παρουσία ιστολογικών ευρημάτων από τη βιοψία μυελού. Στα «κλασικά» Ph αρνητικά Μυελοϋπερπλαστικά Νεοπλάσματα (Ph-MYN) περιλαμβάνονται η Αλη­θής Πολυκυτταραιμία (AΠ), η Ιδιοπαθής Θρομ­βο­κυττάρωση (ΙΘ) και η Πρωτοπαθής Μυελο­ΐνω­ση (ΠΜΙ). Λιγότερο συχνά Ph-ΜΥΝ είναι η Χρόνια Ουδετεροφιλική Λευχαιμία, η Χρόνια Ηω­σινοφιλική Λευχαιμία μη άλλως ταξινομούμενη, η Μαστοκυττάρωση και άλλες νοσολογικές οντότητες με χαρακτηριστικά μυελοϋπερπλαστικών νοσημάτων, που αναφέρονται ως Μυελοϋπερπλαστικά Νεοπλάσματα αταξινόμητα. Ως παράγοντες κινδύνου για την ΑΠ και την ΙΘ αναγνωρίζονται σήμερα η ηλικία >60 ετών και το ιστορικό προηγούμενης θρόμβωσης. Ως ασθενείς χαμηλού κινδύνου χαρακτηρίζονται αυτοί, που δεν διαθέτουν κανέναν από τους παραπάνω παράγοντες, ενώ αντίθετα αυτοί, που έχουν και έναν παράγοντα κινδύνου χαρακτηρίζονται ως ασθενείς υψηλού κινδύνου. Στην ΠΜΙ βαθμολογώντας παράγοντες με ανεξάρτητη αρνητική προγνωστική αξία (μεγάλη ηλικία, αναιμία, συστηματικά συμπτώματα, λευκοκυττάρωση, παρουσία βλαστών στο περιφερικό αίμα) διάφορα προγνωστικά συστήματα έχουν σχεδιαστεί σε σχέση με την επιβίωση, όπως το Διεθνές Προγνωστικό Σύστημα (IPSS) και το δυναμικό Διεθνές Προγνωστικό Σύστημα (DIPSS). Τα παραπάνω συστήματα συμβάλλουν σημαντικά στην εξατομικευμένη θεραπευτική αγωγή σε ασθενείς με ΠΜΙ.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(4):245—256
Κέντρο Προέλευσης: Αιματολογική Κλινική, ΓΝΑ «Γ. Γεννηματάς», Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Philadelphia αρνητικά μυελο­ϋπερ­πλαστικά νεοπλάσματα, αληθής πολυκυττα­ραιμία, ιδιοπαθής θρομβοκυττάρωση, πρωτοπαθής μυελοΐνωση, προγνωστικοί παράγοντες, ταξι­νό­μηση
Αλληλογραφία: Θ. Μαρινάκης, Αιματολογική Κλινική ΓΝΑ «Γ. Γεννηματάς», Λεωφ. Μεσογείων 154, 115 27 Αθήνα • e-mail: tpmarin1@otenet.gr

Π.Ν. Συγκελλάκης

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Πρόσφατα το παρανεοπλασματικό σύνδρομο της ογκογενούς οστεομαλάκυνσης αναγνωρίζεται συχνότερα χάρις στις προόδους ως προς την αιτιοπαθογένεια, διάγνωση και εντόπιση. Προκαλείται από μικρούς, βραδείας αναπτύξεως, μεσεγχυματικού τύπου όγκους, που εκκρίνουν τη νεοανακαλυφθείσα ορμόνη FGF23, με αποτέλεσμα υποφωσφοραιμία από αύξηση της νεφρικής απέκκρισης φωσφόρου και ελάττωση της 1–25(ΟΗ)2D. Κλινικά εκδηλώνεται με ποικίλα και προοδευτικά επιδεινούμενα συμπτώματα (μυϊκή αδυναμία, οστικά άλγη, κατάγματα) καθώς και οστεομαλάκυνση ή ραχίτιδα. Η διαφορική διάγνωση από τις άλλες υποφωσφοραιμίες δεν είναι εύκολη, ιδιαίτερα δε από ορισμένες μορφές υποφωσφοραιμικής ραχίτιδας με ίδια κλινικά και βιοχημικά ευρήματα και αύξηση του FGF23. Αλλά και η ανεύρεση των όγκων αυτών είναι πολλές φορές δυσχερής ακόμα και με τις νεότερες απεικονιστικές τεχνικές λειτουργικής και ανατομικής εντοπίσεως και –σε ορισμένες περιπτώσεις– με εκλεκτική λήψη φλεβικού αίματος για μέτρηση του FGF23 ή και παρακέντηση για κυτταρολογική εξέταση και εκτίμηση του FGF23. H επιτυχής αφαίρεση του νεοπλάσματος συνεπάγεται ταχεία ίαση. Επί αδυναμίας εντοπίσεως αναγκαία είναι η αντιμετώπιση της υποφωσφοραιμίας, και επί εμφανίσεως τριτοπαθούς υπερπαραθυρεοειδισμού η χορήγηση ασβεστιομιμητικών. Νεότερες θεραπευτικές μέθοδοι όπως χορήγηση μονοκλωνικών αντισωμάτων έναντι του FGF23 υπόσχονται αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση. Επί αστοχίας ανευρέσεως του όγκου απαραίτητο είναι να επαναλαμβάνεται ο απεικονιστικός έλεγχος κατά περιόδους, μέχρι εντοπίσεως.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(4):257—268
Κέντρο Προέλευσης: Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Ογκογενής οστεομαλάκυνση, παρανεοπλασματικό σύνδρομο, αυξητικός παράγων ινοβλαστών (FGF23), φωσφοροουρικοί μεσεγχυματικοί όγκοι, υποφωσφοραιμία, συγγενείς ραχίτιδες, μονοκλωνικά αντισώματα έναντι του FGF23, τριτοπαθής υπερπαραθυρεοειδισμός, ασβεστιομιμητικό, δραστική D (1–25(OH)2D, 1α(OH)D)
Αλληλογραφία: Π.Ν. Συγκελλάκης, Γράμμου 2, 172 34 Αθήνα • e-mail: p.singhellakis@gmail.com

Ε.Π. Χριστοφορίδου (1), S.N. Kales (2), Κ. Χατζησταύρου (1), Α. Λινού (1)

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Η έκθεση στο χρώμιο μέσω του πόσιμου νερού αποτελεί καίριο ζήτημα της δημόσιας υγείας. Πραγματοποιήσαμε συστηματική ανασκόπηση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας εξετάζοντας τον συσχετισμό του καρκίνου με την έκθεση στο χρώμιο μέσω του πόσιμου νερού. Έρευνα πραγματοποιήθηκε στις ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων Pubmed, The Cochrane Library και TOXLINE για δημοσιευμένες μελέτες στα αγγλικά το διάστημα Ιανουάριος 2000 – Απρίλιος 2013. Εντοπίστηκαν εννέα οικολογικές μελέτες και μια μετα-ανάλυση. Η πλειοψηφία αυτών διεξήχθη σε περιοχές με υψηλές συγκεντρώσεις χρωμίου στις πηγές πόσιμου νερού όπως η Κίνα, οι ΗΠΑ, το Μεξικό και η Ελλάδα. Ορισμένες μελέτες ανέφεραν υψηλότερα ποσοστά καρκίνου στις παραπάνω περιοχές συγκριτικά με τον γενικό πληθυσμό ή ομάδες ελέγχου με χαμηλότερη έκθεση. Η έκθεση στο χρώμιο εκτιμήθηκε χρησιμοποιώντας ομαδικές ή οικολογικές μετρήσεις στο πόσιμο νερό και με τη χρήση βιοδείκτη σε μια μελέτη. Επιπλέον, δύο μελέτες έλεγξαν και για άλλους συγχυτικούς παράγοντες πέραν της ηλικίας. Παρά ορισμένους μεθοδολογικούς περιορισμούς, η παρατήρηση θετικών συσχετισμών από αρκετές μελέτες αποτελεί ένδειξη για την ύπαρξη σχέσης αιτιότητας μεταξύ της έκθεσης σε υψηλές συγκεντρώσεις του εξασθενούς χρωμίου (ανώτερες των 50 μg/L) διά της καταπόσεως και της εμφάνισης καρκίνου, πιο συγκεκριμένα καρκίνου στομάχου και πνεύμονος. Ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου σε χαμηλές συγκεντρώσεις εξασθενούς χρωμίου και για σύντομη περίοδο έκθεσης επιδέχεται περαιτέρω διερευνήσεως.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(4):269—280
Κέντρο Προέλευσης: (1) Εργαστήριο Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, Ιατρική Σχολή Αθηνών, Αθήνα, (2) Τμήμα Περιβαλλοντικής Υγείας του Harvard School of Public Health, Μασαχουσέτη, ΗΠΑ
Λέξεις Κλειδιά: Καρκίνος, χρώμιο, εξασθενές χρώμιο, πόσιμο νερό
Αλληλογραφία: Ε.Π. Χριστοφορίδου, Μ. Ασίας 75, 115 27 Αθήνα • e-mail: echristof@med.uoa.gr

Ε. Καραμπλή (1), Αικ. Χατζάκη (2), Ν. Πολύζος (3), Κ. Σουλιώτης (4), Γ. Κυριόπουλος (1)

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Κατά τη διάρκεια των προηγούμενων δεκαετιών η δαπάνη υγείας στις ανεπτυγμένες χώρες σημείωσε αύξηση με ρυθμό υψηλότερο από τον ρυθμό αύξησης του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ). Αν και η αναγκαιότητα συγκράτησης του ρυθμού αύξησης της δαπάνης υγείας αποτελεί αντικείμενο διαφωνίας, η κατανόηση των παραγόντων που επηρεάζουν τη μεταβολή της δαπάνης υγείας και των μεταξύ τους αλληλεπιδράσεων είναι απαραίτητη για τη χάραξη πολιτικής υγείας. Οι κυριότεροι παράγοντες όπως προκύπτουν από τη διεθνή βιβλιογραφία περιλαμβάνουν την τεχνολογική αλλαγή, την ασφάλιση, τα δημογραφικά χαρακτηριστικά και το επίπεδο υγείας του πληθυσμού, το διαθέσιμο εισόδημα και τις σχετικές τιμές των αγαθών και υπηρεσιών υγείας. Στο παρόν άρθρο επιχειρείται η συνοπτική παρουσίαση των ευρημάτων αναφορικά με την επίδραση των ανωτέρω παραγόντων στην ιστορική εξέλιξη της δαπάνης υγείας -τόσο μεμονωμένα όσο και σε συνδυασμό. Προκύπτει πως η τεχνολογική αλλαγή, η επέκταση της ασφαλιστικής κάλυψης και η αύξηση του εθνικού εισοδήματος ερμηνεύουν το μεγαλύτερο ποσοστό της ιστορικής αύξησης της δαπάνης υγείας.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(4):281—289
Κέντρο Προέλευσης: (1) Τομέας Οικονομικών της Υγείας, Εθνική Σχο­λή Δη­μόσιας Υγείας, Αθήνα, (2) Τμήμα Ιατρι­κής, Δημο­κρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Αλεξαν­δρούπολη, (3) Τμήμα Κοινωνικής Διοίκησης, Δημο­κρίτειο Πα­νε­πιστήμιο Θράκης, Κομοτηνή, (4) Σχολή Κοινωνικών Επιστημών,
Λέξεις Κλειδιά: Δαπάνες υγείας, τεχνολογία υγείας, ηλικίωση, αύξηση πληθυσμού, εισόδημα, ΑΕΠ
Αλληλογραφία: Ε. Καραμπλή, Τομέας Οικονομικών της Υγείας, Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, Λεωφ. Αλεξάνδρας 196, 115 21 Αθήνα • e-mail: ekarabli@esdy.edu.gr

Γ.Α. Ρηγάτος

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Ο Αδαμάντιος Κοραής (1748–1833) με έξοχη κλασική παιδεία και γνώση γλωσσών, σπούδασε σε ώριμη ηλικία την Ιατρική στο Μονπελιέ. Αυτόπτης της Γαλλικής Επανάστασης, κατανόησε ότι η παιδεία ήταν αναγκαία για την απελευθέρωση της Ελλάδας από τη μακραίωνη δουλεία. Αφιέρωσε τη ζωή του σ’ αυτόν τον σκοπό εκδίδοντας τους αρχαίους μας συγγραφείς, γράφοντας πρωτότυπα έργα, ασκώντας διαφωτισμό, συντάσσοντας προτρεπτικά-επαναστατικά βιβλία, προωθώντας την ίδρυση σχολείων κ.λπ. Ο δύσκολος βιοπορισμός και η επισφαλής υγεία του δεν μπόρεσαν να περιορίσουν τη δραστηριότητά του, που τον καθιερώνει στην πρώτη θέση μεταξύ των «δασκάλων του Γένους».

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(4):290—296
Κέντρο Προέλευσης: Άμ. Επίκ. Καθηγητής Ιατρικής και Επίτ. Δρ Παιδα­γωγικού Τμήματος ΔΕ Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Κοραής Αδαμάντιος, δάσκαλοι του γένους, νεοελληνικός διαφωτισμός, εκδόσεις αρχαίων ελλήνων ιατρών
Αλληλογραφία: Γ. Ρηγάτος, Φιλονόης 5, 157 73 Ζωγράφου • e-mail: rigmar@otenet.gr

Γρ.Ι. Τσουκαλάς (1), Μ.Ν. Σγάντζος (1,2)

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Ο Ιπποκράτης στην πρόωρη εκείνη εποχή για την ιατρική, μελέτησε τις θεραπευτικές επιδράσεις της υδροθεραπείας και της ιαματικής λουτροθεραπείας ανοίγοντας τον δρόμο για την επιστημονική τεκμηρίωση της άξιας τους ως θεραπευτικών μέσων. Με πληθώρα αναφορών κυρίως στα έργα του «Περί Υγρών Χρήσιος», «Περί αέρων και υδάτων και τόπων», «Περί Διαίτης» και «Περί Διαίτης Οξέων», περιγράφεται η θεραπευτική δράση του ύδατος στα διάφορα μέρη και όργανα του σώματος καθώς και στα διάφορα νοσήματα, ενώ καθορίζονται συγχρόνως οι σχετικές ενδείξεις και αντενδείξεις.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(4):297—302
Κέντρο Προέλευσης: (1) Ιστορία της Ιατρικής, (2) Εργαστήριο Ανατομίας, Τμήμα Ιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Λάρισα
Λέξεις Κλειδιά: Ιπποκράτης, υδροθεραπεία, ιαματική λουτροθεραπεία
Αλληλογραφία: Γρ. Τσουκαλάς, Κόνωνος 62–64, Παγκράτι 116 33, Αθήνα • e-mail: gregorytsoucalas@yahoo.gr

ΤΟΜΟΣ 102 Τεύχος 4 Ιούλιος-Αύγουστος 2013

P. Athanassiou

DESCRIPTION:
Rheumatoid arthritis (RA) in the elderly is defined as RA developing after the age of 60 years. Compared to RA in younger patients it is characterized by a lower female to male ratio and frequently presents acutely with constitutional symptoms. There are two subgroups of RA in the elderly. The first subgroup has the classic RA clinical picture while the second has a clinical picture similar to polymyalgia rheumatica. The detection of anti-CCP antibodies will aid in the differential diagnosis of the second subgroup from frank polymyalgia rheumatica. The treatment of RA in the elderly should be instituted with care and caution because of the danger which is related to age and refers mainly to the renal, cardiovascular and gastrointestinal systems. The benefit to risk ratio should be estimated precisely for each individual patient. Elderly RA patients should be offered the opportunity to be treated with DMARDs and biological agents, which may control the disease and protect the patient from disability and loss of mobility.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(4):239—244
Origin Center: Department of Rheumatology, “St. Paul’s” General Hospital of Thessaloniki, Thessaloniki, Greece
Keywords: Rheumatoid arthritis, elderly, anti-CCP antibodies, DMARDs, biological agents
Corresponding Author: P. Athanassiou, 161 Ethnikis Anti­staseos street, GR-551 34 Thessaloniki, Greece • e-mail: pathanassiou@yahoo.gr

Th. Marinakis

DESCRIPTION:
In the revised World Health Organization classification system for Chronic Myeloid Neoplasms (2008) the diagnostic algorithms for Polycythemia Vera, Essential Thrombo­cythemia and Primary Myelofibrosis have been substantially changed to include informations regarding JAK2V617F and similar activating mutations as well as pertinent histologic features of the bone marrow biopsy as diagnostic criteria. The Philadelphia negative Myeloproliferative Neoplasms category includes the three classic MPN: Polycythemia Vera, (PV), Essential Thrombocythemia (ET) and Primary Myelofibrosis (PMF), as well as Chronic Neurο­tro­philic Leukemia, Chronic Eosinophilic leukemia not otherwise specified, Mastocytosis and Myeloproliferative neoplasm, unclassifiable. Pa­tients with PV and ET should be defined as high risk if age is greater than 60 years or there is a history of previous thrombosis. For PMF several prognostic scoring systems have been proposed based on some adverse prognostic factors for survival including advanced age, marked anemia, leukocytosis, constitutional symptoms and presence of circulating blasts. Risk stratification in PMF should start with the International Prognostic Scoring System, IPSS for newly diagnosed patients and dynamic IPSS for patients during the disease course with the addition of cytogenetics evaluation and transfusion status. This prognostic assessment of patients with PMF may be useful for treatment decision-making.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(4):245—256
Origin Center: Department of Clinical Haematology, General Hospital of Athens “G. Gennimatas”, Athens, Greece
Keywords: Myeloproliferative Philadelphia-negative neoplasms, poly­cythe­mia vera, essential thrombocythemia, primary myelofibrosis, current prognostication, classification
Corresponding Author: Th. Marinakis, Clinical Haematology, “G. Gennimatas” General Hospital of Athens, 154 Mesogion Αve., GR-115 27 Athens, Greece • e-mail: tpmarin1@otenet.gr

P.N. Singhellakis

DESCRIPTION:
Recently, oncogenic osteomalacia or tumor-induced osteomalacia (TIO) gained a growing recognition due to the advances concerning aetiology and pathogenesis. This very interesting paraneoplasmatic syndrome originates from very small mesenchymal tumors, usually benign, which over-secrete the newly identified phosphate and vitamin D regulated hormone, fibroblast growth factor 23 (FGF23). The unregulated hypersecretion of FGF23 from TΙ0 tumors results to hypophosphatemia (due to impairment of renal tubular phosphate reabsorption) and to low levels of 1–25(OH)2D; these changes explain the clinical manifestations of the disease (bone pain, fractures, muscle weakness and osteomalacia or rickets). TΙ0 diagnosis should exclude all the other genetic and acquired cases of hypophosphatemia. Furthermore, because the TΙ0 tumors are difficult to locate, a step-wise approach utilizing functional imaging (FDG-PET/CT, octreoscan) followed by anatomical imaging (CT, MRI) and if necessary selective venous sampling with measurement of FGF23, is usually successful. Excision of the tumor with wide margins rapidly heals the disease. When tumors cannot be identified, medical treatment of hypophosphatemia is necessary. A new promising approach to this end is the use of monoclonal antibodies that target FGF23 interaction with his receptor. In case of non-identified TΙ0 tumor, imaging studies should be repeated periodically.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(4):257—268
Origin Center: Medical Department, University of Athens, Athens, Greece
Keywords: Oncogenic osteomalacia (tumor-induced ostaomalacia, TΙ0), paraneoplastic syndrome, fibroblast growth factor (FGF23), phosphaturic mesenchymal tumors, hypophosphatemia, hereditary rickets, monoclonal antibodies against FGF23, tertiary hyperparathyroidism,
Corresponding Author: P.N. Singhellakis, 2 Grammou street, GR-172 34 Athens, Greece • e-mail: p.singhellakis@gmail.com

E.P. Christoforidou (1), S.N. Kales (2), Κ. Hadjistavrou (1), Α. Linos (1)

DESCRIPTION:
Exposure to chromium through drinking water is a public health concern. We carried out a systematic review of the existing literature examining the association between cancer and exposure to chromium through drinking water. We searched electronic databases Pubmed, The Cochrane Library and TOXLINE for studies published in English from January 2000 up to April 2013. Nine ecological studies and one meta-analysis were identified. The vast majority of them were carried out in areas with high chromium concentrations in water resources, such as China, USA, Mexico and Greece. Most of the studies reported higher risks of cancer in the above areas compared to the general population or a low chromium exposed control group. Chromium exposure was assessed using group or ecological measurements of chromium in potable water and in one study using a biomarker. Further, two studies presented results with adjustment for potential confounders except for age. Despite few methodological limitations, the observation of statistically significant associations from certain studies carried out in different areas worldwide suggests an association of causality between ingested chromium in high concentrations and cancer. Cancer risk at lower exposure concentrations and for a short period of time has to be further investigated.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(4):269—280
Origin Center: (1) Department of Hygiene Epidemiology and Medical Statistics, Medical School of Athens, Athens, Greece, (2) Department of Environmental Health, Harvard School of Public Health, Massachusetts, USA
Keywords: Cancer, chromium, hexavalent chromium, drinking water
Corresponding Author: E.P. Christoforidou, 75 M. Asias street, GR-115 27 Athens, Greece • e-mail: echristof@med.uoa.gr

Ε. Karampli (1), Ε. Chatzaki (2), Ν. Polyzos (3), Κ. Souliotis (4), J. Kyriopoulos (1)

DESCRIPTION:
During the last decades, growth in total health expenditure has exceeded the growth in Gross Domestic Product (GDP) in developed countries. Although the need for cost-containment has been a subject of debate, identifying the drivers of health expenditure growth and understanding their interactions is critical in formulating health policy. Technological change, insurance, demographic characteristics and population health status, income and relative medical price inflation have been identified in the literature as determinants of health expenditure growth. The present paper aims to provide an overview of research findings on the impact of these factors and their interaction on the historical growth of health expenditure. There is a consensus that technological change, expansion of insurance coverage and increases in national income explain the greatest part of health expenditure growth.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(4):281—289
Origin Center: (1) Department of Health Economics, National School of Public Health, Athens, (2) Medical School, Demo­critus University of Thrace, Alexandroupolis, (3) Department of Social Administration, Democritus University of Thrace, Komotini, (4) Faculty of Social
Keywords: Health expenditures, health technology, ageing, population growth, income, gross domestic product
Corresponding Author: E. Karampli, Department of Health Economics, National School of Public Health, 196 Alexan­dras Ave, GR-115 21 Athens, Greece • e-mail: ekarabli@esdy.edu.gr

G.A. Rigatos

DESCRIPTION:
Adamantios Korais (1748–1833) already in possession of an excellent education in classical studies and modern languages studied Medicine at the University of Montpellier. Being a witness of the French Revolution he realized that education was necessary for the liberation of Greece from the Ottoman occupation which had lasted four centuries. He devoted his life to this purpose. He edited ancient Greek literature, wrote original books propagating Enlightenment and the Greek national revolution. He also worked for the foundation of schools. Poverty and bad health were not able to restrain his activities which established him as the most prominent teacher of the Greek Nation.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(4):290—296
Origin Center: Associate Professor of Medicine Doctor of Pae­dagogics, h.c. University of Athens, Athens, Greece
Keywords: Korais Adamantios, teachers of the greek nation, enlightenment in modern Greece, editions of ancient greek physicians
Corresponding Author: G. Rigatos, 5 Filonois street, GR-157 73 Zografou, Athens, Greece • e-mail: rigmar@otenet.gr

Gr.I. Tsoucalas (1), Μ.Ν. Sgantzos (1,2)

DESCRIPTION:
Hippocrates, in a premature era concerning therapeutic medicine, has thoroughly studied hydrotherapy’s and balneotherapy’s effects, paving the way for their scientific advancement. A plethora of references, mostly inside his works «On liquits» (Greek: Περί Υγρών Χρήσιος), “On airs, waters and places” (Greek: Περί αέρων και υδάτων και τόπων), “On diet” (Greek: Περί Διαίτης), have described the action of the cold and hot water in various parts and organs of the body, as well as in various diseases, while at the same time defined the relevant indications and contraindications.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(4):297—302
Origin Center: (1) History of Medicine, (2) Laboratory of Anatomy, De­partment of Medicine, University of Thessaly, Larissa, Greece
Keywords: Hippocrates, hydrotherapy, balneotherapy
Corresponding Author: G. Tsoucalas, 62–64 Κononos street, GR-116 33 Pagrati, Athens, Greece • e-mail: gregorytsoucalas@yahoo.gr

ΤΟΜΟΣ 102 Τεύχος 5-6 Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος 2013

Ι.Α. Δημητρούλης

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Η ιδιοπαθής πνευμονική ίνωση (IPF) είναι χρονία, προοδευτική, ινωτική νόσος του πνεύ- μονα, ακαθόριστης αιτιολογίας με λίγες θεραπευ- τικές επιλογές. Παράγοντες ανάπτυξης που δρουν ως μεσολαβητές για την εξέλιξη της νόσου μπορεί να αποδειχθούν σημαντικές θεραπευτικές επιλογές. Το BIBF-1120 (νιντεδανίβη), είναι ένας τριπλός α- ναστολέας της τυροσινικής κινάσης και δυνητικός α- νταγωνιστής των παραγόντων ανάπτυξης, όπως του εκ των αιμοπεταλίων προερχόμενου παράγοντα α- νάπτυξης, του αγγειακού ενδοθηλιακού παράγοντα ανάπτυξης και του βασικού παράγοντα ανάπτυξης των ινοβλαστών, που αξιολογείται σε κλινικές με- λέτες ως πιθανή θεραπεία της IPF. Η θεραπεία με νιντεδανίβη μπορεί να επιβραδύνει την επιδείνωση στην πνευμονική λειτουργία, να ελαττώσει τη συχνό- τητα των παροξύνσεων και να βελτιώσει την ποιό- τητα της ζωής σε ασθενείς με IPF. Η παρατήρηση αυτή μαζί με εκτενή δεδομένα φαρμακοκινητικής και ασφάλειας από μελέτες με νιντεδανίβη σε κα- κοήθειες, άνοιξαν τον δρόμο για την κλινική εφαρ- μογή του φαρμάκου αυτού στην IPF. Παρατηρήσεις από κλινικές μελέτες σε συνδυασμό με προκλινικά δεδομένα υποδηλώνουν ότι η νιντεδανίβη μπορεί να αποτελέσει σημαντική θεραπευτική επιλογή για τους ασθενείς με IPF (μελέτη TOMORROW).

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(5–6):315—322
Κέντρο Προέλευσης: 6η Πνευμονολογική Κλινική, Ιατρείο Διαμέσων Πνευμονιών, ΓΝΝΘΑ «Η Σωτηρία», Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Διάμεσες πνευμονίες, ιδιοπαθής πνευμονική ίνωση, παράγοντες ανάπτυξης, μεσολα- βητές, BIBF-1120, νιντεδανίβη, πνευμονικές κακοή- θειες, κλινικές μελέτες
Αλληλογραφία: Ι.Α. Δημητρούλης, ΓΝΝΘΑ «Η Σωτηρία»,6η Πνευμονολογική Kλινική, Λεωφ. Μεσογείων 152, 115 27 Aθήνα • e-mail: idimit@hotmail.com

Θ. Βλαχογιάννη, Αθ. Βαλαβανίδης

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Οι εξωγενείς ή περιβαλλοντικοί παρά- γοντες έχει τεκμηριωθεί από πολυάριθμες έρευνες ότι αποτελούν πρωτογενείς αιτίες για την πρόκληση κακοήθων νεοπλασιών στον άνθρωπο. Η ποσοτική εκτίμηση κινδύνου έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά και τα μέτρα πρόληψης που θα μειώσουν τη νοσηρό- τητα και θνησιμότητα από διαφόρους τύπους καρ- κίνου. Μετά από πολλές μελέτες, οι παράγοντες που αναφέρονται στον «τρόπο ζωής» (lifestyle factors) σε σχέση με τις τεχνολογικές εξελίξεις του βιομηχανικού πολιτισμού (factors of industrial civilization) έχουν μεγαλύτερη σπουδαιότητα για την πρόκληση καρκι- νογένεσης. Ο καπνός του τσιγάρου, η διατροφή, τα αλκοολούχα ποτά, το εργασιακό περιβάλλον, οι μο- λύνσεις από ιούς, η έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία και τις ιοντίζουσες ακτινοβολίες, η παχυσαρκία, η έλλειψη φυσικής άσκησης και η ρύπανση του περι- βάλλοντος είναι οι κυριότεροι παράγοντες κινδύνου. Στην ανασκόπηση αυτή περιγράφονται οι ποσοτικές εκτιμήσεις κινδύνου για κακοήθεις νεοπλασίες, η πορεία των ερευνών και τα στατιστικά δεδομένα, κυρίως για τις ανεπτυγμένες βιομηχανικές χώρες. Περιγράφονται επίσης οι τάσεις μείωσης των τελευ- ταίων δεκαετιών της θνησιμότητας από καρκίνο με ενημερωτικές εκστρατείες για το κάπνισμα και τη διατροφή, καθώς και η επιβίωση καρκινοπαθών με- τά από έγκαιρη διάγνωση και θεραπευτική αγωγή.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(5–6):323—335
Κέντρο Προέλευσης: Τμήμα Χημείας, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Kακοήθεις νεοπλασίες, τύποι καρκίνου, εξωγενείς ή περιβαλλοντικοί παράγοντες, διαχρονικές τάσεις, εκτίμηση κινδύνου
Αλληλογραφία: Αθ. Βαλαβανίδης, Αγίας Σοφίας 26, 171 23 Νέα Σμύρνη • e-mail: valavanidis@chem.uoa.gr

Ε.Π. Χριστοφορίδου (1), S.N. Kales (2), K. Χατζησταύρου (1), A. Λινού (1)

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Η έκθεση στο αρσενικό και το χρώμιο μέ- σω του πόσιμου νερού αποτελεί καίριο ζήτημα της δη- μόσιας υγείας. Πραγματοποιήσαμε ανασκόπηση της υπάρχουσας βιβλιογραφίας εξετάζοντας το ζήτημα της απεικόνισης-χαρτογράφησης της ρύπανσης των πηγών πόσιμου νερού από χρώμιο και αρσενικό με τη χρήση Γεωγραφικών Πληροφοριακών Συστημάτων (GIS), και σε ορισμένες περιπτώσεις την αξιοποίηση αυτής στο πλαίσιο διεξαγωγής επιδημιολογικών με- λετών. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων για δημοσιευμένες μελέτες μέχρι και τον Οκτώβριο του 2013. Η αναζήτηση και επιλογή των μελετών οδήγησε σε 17 πρωτογενείς μελέτες οι ο- ποίες συμφωνούσαν με όλα τα κριτήρια αποδοχής με- λετών που τέθηκαν. Τέσσερεις από τις μελέτες πραγ- ματοποιήθηκαν στις ΗΠΑ, τρεις στο Μπανγκλαντές, τρεις στην Ινδία, δύο στο Ιράν, δύο στην Ελλάδα και από μία σε Τουρκία, Πορτογαλία και Ταϊλάνδη. Κοινός στόχος της πλειοψηφίας των μελετών ήταν να προσδιοριστούν οι κύριες αιτίες της ρύπανσης των υπογείων υδάτων της εκάστοτε περιοχής από μέταλλα και άλλα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων του χρωμί- ου και του αρσενικού, χαρτογραφώντας δεδομένα της ποιότητας των πηγών του πόσιμου νερού. Σε κάποιες μελέτες τα GIS όχι μόνον απεικόνισαν το μέγεθος του προβλήματος, αλλά στάθηκαν πολύτιμο εργαλείο στο να καταδειχθεί ότι η ρύπανση των υπογείων υδάτων της περιοχής ήταν ανθρωπογενής.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(5–6):336—345
Κέντρο Προέλευσης: (1) Εργαστήριο Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, Ιατρική Σχολή Αθηνών, Αθήνα, (2) Τμήμα Περιβαλλοντικής Υγείας του Harvard School of Public Health, Cambridge, Mασσαχουσέτη, ΗΠΑ
Λέξεις Κλειδιά: Χρώμιο, αρσενικό, γεωγραφικά πληροφοριακά συστήματα, GIS, πόσιμο νερό
Αλληλογραφία: Ε.Π. Χριστοφορίδου, Εργαστήριο Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής, Μ. Ασίας 75, 115 27 Αθήνα • e-mail: echristof@med.uoa.gr

Κ. Ντζέρος (1), Σ. Στοκίδης (2), Μ. Σταματάκος (3)

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Η ηλεκτροχειρουργική αποτελεί ένα ανεκτίμητο εργαλείο στη σύγχρονη χειρουργική και οι τελευταίες συσκευές διαθερμίας θεωρούνται απόλυτα ασφαλείς όταν χρησιμοποιούνται σωστά. Τα ατυχήματα κατά τη χρήση ηλεκτροχειρουργικής αφορούν σε ένα εύρος ιστών και περιοχών ακόμη και μακράν του χειρουργικού πεδίου. Συνηθισμένα ατυχήματα κατά τη χρήση μιας ηλεκτροχειρουρ- γικής συσκευής είναι η φωτιά, η έκρηξη και τα εγκαύματα. Ο συχνότερος τύπος ατυχημάτων με τη διαθερμία είναι τα εγκαύματα. Μπορεί να είναι ηλεκτρικά, θερμικά ή ακόμη και χημικά. Αφορούν τόσο στον ασθενή όσο και στον χειρουργό. Η μη τήρηση βασικών αρχών της ηλεκτροχειρουργικής, όπως η τοποθέτηση του ουδέτερου ηλεκτροδίου σε περιοχή που εμφανίζει μειωμένη παρουσία μυϊκής μάζας, οστικές προσεκβολές, αυξημένη τοπική πί- εση και διατήρηση υγρασίας κατά τη διάρκεια της επέμβασης, μπορεί να προκαλέσει ακόμη και ολι- κού πάχους ηλεκτρικό/θερμικό έγκαυμα. Τα ατυ- χήματα στο χειρουργείο, ιδιαίτερα με τη διαθερμία, αποτελούν προβλήματα που διαφεύγουν συνήθως της προσοχής κατά τη διάρ κεια μιας επέμβασης. Ο έλεγχος της σωστής λειτουργίας της ηλεκτρο- χειρουργικής συσκευής και του κυκλώματός της αποτελεί βασική προϋπόθεση για την έναρξη της χειρουργικής επέμβασης.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(5–6):346—354
Κέντρο Προέλευσης: (1) Ουρολογική Κλινική, ΓΝ Κορίνθου, (2) Ουρο λογική Κλινική, «Ο Άγιος Σάββας» Αντι καρ κινικό Ογκολογικό Νοσοκομείο Αθηνών, Αθήνα, (3) Χειρουργική Κλινική, ΓΝ Κορίνθου, Κόρινθος
Λέξεις Κλειδιά: Ηλεκτροχειρουργική, ατυχήματα διαθερμίας, ηλεκτρικά/θερμικά εγκαύματα
Αλληλογραφία: Κ. Ντζέρος, Σπύρου Λούη 9, 212 00 Άργος, Αργολίδα • e-mail: konstantinos.ntzeros@gmail.com

Δ. Σιούσιουρα

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
ΣΚΟΠΟΣ Το παρόν άρθρο έχει σκοπό να παρουσι- άσει το Συνδυαστικό Μοντέλο Ομαδικής Ψυχολογικής Παρέμβασης για ενήλικες ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 1. ΥΛΙΚΟ-ΜΕΘΟΔΟΣ To Μοντέλο Ομαδικής Ψυχολο- γικής Παρέμβασης, διάρκειας 2 ετών, εφαρμόστηκε σε 32 ενήλικες ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1 παράλληλα με την ιατρική αντιμετώπιση του διαβήτη. Τα δεδομένα της μελέτης συλλέχθηκαν με ποιοτική ανάλυση των επικρατέστερων τίτλων των συνεδριών της παρέμβα- σης, καθώς και με ποσοτικές μετρήσεις της γλυκοζυλιω- μένης αιμοσφαιρίνης πριν και μετά την παρέμβαση. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Τα αποτελέσματα έδειξαν αφενός την ύπαρξη σημαντικών ποιοτικών διαφορών ανάμεσα στη θεματολογία του πρώτου και του δεύτερου χρόνου της παρέμβασης, και αφετέρου στην επίτευξη καλών ε- πιπέδων ρύθμισης του σακχάρου. Τα συμπεράσματα της μελέτης είναι ότι οι ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη τύ- που 1 αρχικά εστιάζουν στην απορρύθμιση του σακχάρου και στις επιπτώσεις αυτού στη ζωή τους, ενώ στην πορεία της θεραπευτικής παρέμβασης εντοπίζουν τους ψυχολο- γικούς παράγοντες που επιδρούν στην απορρύθμισή του. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Το Συνδυαστικό Μοντέλο Ομα δι- κής Ψυχολογικής Παρέμβασης προτείνεται ως συμ πλη- ρωματικό στην αντιμετώπιση της νόσου, καθώς προ- σανατολίζεται στην ανθρωποκεντρική φροντίδα στην ιατρική πράξη και συνδυάζει όλες τις πτυχές της νόσου (βιολογικές, ψυχολογικές, ψυχοσωματικές).

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(5–6):355—362
Κέντρο Προέλευσης: Ψυχιατρικό Τμήμα, ΓΝΑ «Ο Ευαγγελισμός», Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: ΣΔ1, ομαδική θεραπεία, συνδυαστικό μοντέλο ομαδικής παρέμβασης, ψυχολογική προσαρμογή, αυτοφροντίδα, άγχος, ποιότητα ζωής, κοινωνικό δίκτυο, επαναπροσδιορισμός του διαβήτη, γλυκαιμικός έλεγχος, γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη
Αλληλογραφία: Δ. Σιούσιουρα, Υψηλάντου 43–45, 106 76 Αθήνα • e-mail: dsiousioura@yahoo.gr

Π.Ν. Συγκελλάκης, Αικ.Ι. Ψαρρού

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Περιγράφεται, για πρώτη φορά, περί- πτωση λευκής παχύσαρκης, μεσήλικης γυναίκας με οστεομαλάκυνση από έλλειψη βιταμίνης D και –απρό- σμενα– αμφοτερόπλευρη «εξαφάνιση» (απασβέστω- ση ή απομετάλλωση) της κεφαλής του μηριαίου, με συνύπαρξη αυτοάνοσης και μακροχρονίως ενεργού θυρεοροξικώσεως η οποία –σύμφωνα με πρόσφατα δεδομένα– επιδεινώνει την ανεπάρκεια της βιταμίνης D λόγω επιτάχυνσης του μεταβολισμού της. Πλήρης σχεδόν αποκατάσταση των βλαβών στις κεφαλές πα- ρατηρήθηκε με συντηρητική αγωγή εντός 6μήνου. Σοβαρότερες βλάβες στις κεφαλές των μηριαίων, που χαρακτηρίζονται ως οστεονέκρωση ή ανάγγειος νέ- κρωση από άλλα γνωστά ή άγνωστα αίτια χωρίς έλ- λειψη βιταμίνης D, είναι μη αναστρέψιμες ή μερικώς αναστρέψιμες. Συνεπώς, οι βλάβες στην ασθενή μας μπορεί να αποτελούν διαφορετική οντότητα και να ονομαστούν «αναστρέψιμη αφαλάτωση ή απομετάλ- λωση» ή να συνιστούν το αρχικό στάδιο της οστεονε- κρώσεως. Ανεξαρτήτως αιτιολογίας, η αποκλειστική σχεδόν εντόπιση των βλαβών στις κεφαλές των μηρι- αίων προφανώς σχετίζεται με πρόσθετους τοπικούς επιβαρυντικούς παράγοντες (μειωμένη –φυσιολογι- κά– αιμάτωση, μικροκατάγματα από μηχανική επι- βάρυνση).

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(5–6):363—370
Κέντρο Προέλευσης: Ιατρική Σχολή, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Οστεομαλάκυνση, έλλειψη βιταμίνης D, θυρεοτοξίκωση, μεταβολισμός της βιταμίνης D, κεφαλή μηριαίου, αφαλάτωση, απομετάλλωση, οστεο νέκρωση, ανάγγειος νέκρωση, μικροκατάγματα, αυτοάνοση θυρεοειδοπάθεια (Hashitoxicosis)
Αλληλογραφία: Π.Ν. Συγκελλάκης, Γράμμου 2, 172 34 Δάφνη, Αθήνα • e-mail: p.singhellakis@gmail.com

Κ. Μαρκάτος (1), Γ. Τσουκαλάς (2), Δ. Κορρές (1), Γ. Ανδρούτσος (2), Ν. Ευσταθόπουλος (1), Β. Νικολάου (1)

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ:
Η Χειρουργική της Σπονδυλικής Στήλης αρχίζει την ραγδαία εξέλιξή της από τις αρχές του 19ου αιώνα, για να φτάσει σήμερα να θεωρείται ένας σημαντικός αυτόνομος κλάδος της Νευροχειρουργικής και της Ορθοπαιδικής. Σκοπός αυτής της ιστορικής ανασκόπησης είναι η διερεύ- νηση και η αποτίμηση των εξελίξεων όσον αφορά στη χειρουργική της Σπονδυλικής Στήλης (ΣΣ) έως και την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η α- νασκόπηση αφορά στη δημιουργία και εξέλιξη του κλάδου στην Ελλάδα. Ιδιαίτερη έμφαση ακόμα δί- νεται στις πρώτες κατακτήσεις του συγκεκριμένου κλάδου καθώς και στους πρωτοπόρους ιατρούς και χειρουργούς (χειρουργούς, ορθοπαιδικούς και νευ- ροχειρουργούς) που στην ουσία εγκαινίασαν τη συ- γκεκριμένη υποειδικότητα καθώς και στο κλινικό και επιστημονικό έργο της εποχής. Τελικά καταδει- κνύεται η σημασία της προόδου της Ιατρικής και της τεχνολογίας που οδήγησαν στις πρώτες επιτυχί- ες και κατακτήσεις της συγκεκριμένης υποειδικό- τητας καθώς οι αντίξοες συνθήκες (κοινωνικές και επιστημονικές) που αντιμετώπισαν οι πρωτοπόροι του συγκεκριμένου κλάδου στην Ελλάδα ήταν πολ- λές. Με λίγες σποραδικές εξαιρέσεις οι νέες τεχνι- κές εμφανίζονται στην Ελλάδα με καθυστέρηση.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ:

Περιοδικότητα: Ιατρική 2013, 102(5–6):371—378
Κέντρο Προέλευσης: (1) Β΄ Ορθοπαιδική Κλινική, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Κωνσταντοπούλειο Νοσοκομείο Νέας Ιωνίας, Νέα Ιωνία, (2) Εργαστήριο Ιστορίας της Ιατρικής, Ιατρική Σχολή, Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα
Λέξεις Κλειδιά: Χειρουργική, Σπονδυλική Στήλη, ανασκόπηση, Μακκάς, Ελλάδα
Αλληλογραφία: Κ. Μαρκάτος, MD, Bsc, MSc, Ορθοπαιδικός Χειρουργός, Παναγή Βεργωτή 2, 281 00 Αργοστόλι, Κεφαλονιά • e-mail: gerkremer@yahoo.gr

ΤΟΜΟΣ 102 Τεύχος 5-6 Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος 2013

I.A. Dimitroulis

DESCRIPTION:
Idiopathic pulmonary fibrosis (IPF) is a chronic, progressive, fibrotic lung disease with no clear etiology and a few therapeutic options. Growth factors that act as mediators in the development of this disease might be important therapeutic targets. Nintedanib (BIBF-1120), is a triple tyrosine kinase inhibitor and a potent antagonist of growth factors such as platelet-derived growth factor, vascular endothelial growth factor and basic fibroblast growth factor, and it is currently evaluated in clinical trials as a potential IPF therapy. Treatment with nintedanib may slow decline in lung function, decrease the frequency of exacerbations, and improve quality of life in subjects with IPF. This observation, together with extensive safety and pharmacokinetic data from studies of nintedanib in malignancy, led the way for the clinical development of this drug in IPF. Observations from clinical trials, together with the preclinical data suggest that nintedanib may become an important therapeutic option for individuals with IPF. High dose nintedanib improved the quality of life and slowed the progression of lung fibrosis, the decline of lung function and reduced the rate of exacerbations in individuals with mild and moderate IPF. This is a short review based on the available data (September 2013) on nintedanib (TOMORROW study).

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(5–6):315—322
Origin Center: 6th Respiratory Department, “Sotiria” Hospital for Thoracic Diseases, Athens, Greece
Keywords: Interstitial pneumonias, idiopathic pulmonary fibrosis, growth inhibitors, mediators, BIBF-1120, nintedanibs, pulmonary malignancies, clinical studies.
Corresponding Author: Ι.A. Dimitroulis, “Sotiria” Hospital for Thoracic Diseases, 6th Respiratory Department, 152 Mesogeion Ave, GR-115 27 Athens, Greece • e-mail: idimit@hotmail.com

Th. Vlachogianni, Ath. Valavanidis

DESCRIPTION:
Extrinsic or environmental factors of carcinogenesis to humans have been studied for decades and their quantitative contribution has been established. Quantitative risk assessment for environmental factors of cancer has been based on scientific facts and systematic analysis of statistical data. The present knowledge supports efforts to inform and educate the public for cancer prevention and decrease in the incident and mortality form various types of malignant neoplasms. Studies in the last decades established that the lifestyle factors (smoking, diet, etc) are more important in cancer diseases than the “fruits” of industrial civilization. Smoking, diet, alcohol intake, occupational environment, viral infections, exposure to sunlight, obesity, lack of physical activity, environmental pollution, are the most important factors for carcinogenicity to humans. In this review we present the statistical and scientific facts for the quantitative risk assessment of the environmental or extrinsic factors that cause cancer to humans, mainly in industrialized countries. Also we present the statistical evidence for substantial decrease in the rates of mortality from cancer as a result of educative campaigns for the cessation of smoking and better diet, as well as the survival of cancer patients after timely screening and therapeutic intervention.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(5–6):323—335
Origin Center: Department of Chemistry, University of Athens, Athens, Greece
Keywords: Malignant neoplasms, types of cancer, extrinsic-environmental factors, time trends, risk assessment
Corresponding Author: Ath. Valavanidis, 26 Agias Sofias street, GR-171 23 Nea Smyrni, Athens, Greece • e-mail: valavanidis@chem.uoa.gr

E.P. Christoforidou (1), S.N. Kales (2), K. Hadjistavrou (1), A. Linos (1)

DESCRIPTION:
Exposure to arsenic and chromium through drinking water is an alarming public health issue. We carried out a review of the existing literature examining the issue of mapping of drinking water pollution by arsenic and chromium, using Geographic Information Systems (GIS) and in some cases the use of it in epidemiological studies. We searched electronic databases for studies published up to October 2013. Study search and selection led to 17 studies that met all inclusion criteria. Four of the studies were carried out in USA, three in Bangladesh, three in India, two in Iran, two in Greece and one in Turkey, Portugal and Thailand. The common goal of the majority of the included studies was to identify, in the under study regions, the main causes of groundwater pollution with metals and other elements including chromium and arsenic, by mapping data concerning drinking water sources quality. In some studies, GIS not only displayed the problem but also demonstrated that contamination of groundwater of the region was anthropogenic.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(5–6):336—345
Origin Center: (1) Department of Hygiene, Epidemiology and Medical Statistics, Medical School of Athens, Athens, Greece, (2) Depart ment of Environmental Health, Harvard School of Public Health, Cambridge, Massachusetts, USA
Keywords: Chromium, arsenic, geographic information systems, GIS, drinking water.
Corresponding Author: E.P. Christoforidou, Department of Hygiene Epidemiology and Medical Statistics, 75 M. Asias street, GR-115 27 Athens, Greece • e-mail: echristof@med.uoa.gr

K. Ntzeros (1), S. Stokidis (2), M. Stamatakos (3)

DESCRIPTION:
Electrosurgery is an invaluable tool of modern surgery and modern electrosurgical units are considered as safe instruments when used according to safety protocols. Accidents of electrosurgery comprise a wide range of tissues and body areas which might be distal of the surgical field. The usual types of electrosurgical accidents are fire, explosion and burns. The most common category of such accidents is burns. They can be electrical, thermal or chemical burns and affect the patient as well as the surgeon himself. Defying the basic principles of electrosurgery by attaching the neutral electrode at regions with inadequate muscle mass, bony protuberances, increased local pressure or moisture during the operation, might cause a full thickness electrical/thermal burn. Accidents at the operational room, especially with the electrosurgical unit, are problems which usually remain unnoticed during an operation. The thorough testing of the electrosurgical unit’s proper function as well as the integrity of the electrical circuit are basic requirements for the initiation of the surgical operation.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(5–6):346—354
Origin Center: (1) Department of Urology, General Hospital of Korinthos, (2) Department of Urology, “Agios Savvas” Anti can cer- Oncology Hospital of Athens, Athens, (3) Department of Surgery, General Hospital of Korinthos, Korinthos, Greece
Keywords: Electrosurgery, accidents with diathermy, electrical/thermal burns
Corresponding Author: K. Ntzeros, 9 Spyrou Loui street, GR-212 00 Argos, Argolida, Greece • e-mail: konstantinos.ntzeros@gmail.com

D. Siousioura

DESCRIPTION:
ΑΙΜ The present study aims at presenting Conjunctive Group Therapy for adult patients who suffer from Type 1 Diabetes Mellitus. ΜATERIAL-METHODS The 2-year Conjunctive Group Intervention Model was applied to 32 adult Type 1 Diabetes Mellitus patients in parallel to medical treatment. Qualitative analysis of the prevailing session agendas was conducted and quantitative measures of glycosylated hemoglobin before and after the intervention were collected. RESULTS The results showed significant qualitative differences among the agendas of the sessions during the first year of the intervention in comparison to the second year of the intervention. At the end of the intervention the results showed that the patients achieved good metabolic control. The conclusions of the study are that the patients initially focused on diabetes disregulation and its consequences in their everyday life, whereas in the course of the intervention, the patients managed to identify the psychological factors that contribute in diabetes disregulation. CONCLUSIONS Conjunctive Group Therapy is being suggest ed as a supplementary treatment of Type 1 Diabetes Mellitus, as it is oriented towards person-centered care in medical practice and addresses the biological, psychological and psychosomatic aspects of the chronic condition.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(5–6):355—362
Origin Center: Psychiatric Department, “Evangelismos” General Hospital of Athens, Athens, Greece
Keywords: Type 1 Diabetes Mellitus, group therapy, conjunctive group therapy, psychological adjustment, self-care, stress, quality of life, social cycle, diabetes redefinition, metabolic control, glycosylated hemoglobin.
Corresponding Author: D. Siousioura, 43–45 Ypsilandou street, GR-106 76 Athens, Greece • e-mail: dsiousioura@yahoo.gr

P.N. Singhellakis, C.J. Psarrou

DESCRIPTION:
A case of 66 years obese woman with osteomalacia due to severe vitamin D deficiency, unexpected absorption (demineralization) of the femoral heads and autoimmune thyroiditis complicated with long standing thyrotoxicosis (Hashitoxicosis) is presented. According to recent data, thyrotoxicosis explains at least part of the vitamin D deficiency. The femoral head lesions were restored almost to normal within 6 months after the initiation of treatment (vitamin D, calcium, thiamazole). These lesions were mild compared to the seriοus damages –usually irreversible– of osteonecrosis or avascular necrosis described in various conditions without vitamin D deficiency. Therefore, the femoral head lesions observed in our patient may represent a new entity or an initial stage of osteonecrosis. Irrespective of the etiology, the localization of these lesions almost exclusively to the femoral heads could be the result of contributing factors such as diminished vascularization and microfractures from continued mechanical loading.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(5–6):363—370
Origin Center: Medical School, University of Athens, Athens, Greece
Keywords: Osteomalacia, vitamin D deficiency, thyrotoxicosis, vitamin D metabolism, femoral head, demineralization, decalcification, osteonecrosis, avascular necrosis, microfractures, autoimmune thyroidopathy (Hashitoxicosis)
Corresponding Author: P.N. Singhellakis, 2 Grammou street, GR-172 34 Dafni, Athens, Greece • e-mail: p.singhellakis@gmail.com

K. Markatos (1), G. Tsoucalas (2), D. Korres (1), G. Androutsos (2), N. Efstathopoulos (1), V. Nikolaou (1)

DESCRIPTION:
Spine Surgery began its evolution in the beginning of the 19th century in order to reach nowadays the point of being considered an important subspecialty of Neurosurgery and Orthopaedics. The purpose of this historical review is the search and evaluation of the progress in spine surgery until the 2nd World War. This review concerns the inauguration and evolution of this field in Greece. Special references are made to the first achievements of this field, to the pioneers physicians and surgeons (general surgeons, orthopaedic surgeons and neurosurgeons) who inaugurated this subspecialty and to clinical and scientific work of that era. Eventually, the progress of medicine and technology who led to the first achievements of this subspecialty are shown and also the difficulties (both social and scientific) that the pioneers of this field faced are demonstrated. In Greece, with small exceptions, the new techniques emerged with a certain delay.

INFORMATION:

Periodicity: Iatriki 2013, 102(5–6):371—378
Origin Center: (1) 2nd Orthopaedics Department, University of Athens, Konstantopouleio Hospital of Nea Ionia, Nea Ionia, (2) History of Medicine Department, Medical School, University of Athens, Athens, Greece
Keywords: Surgery, spine, review, Makkas, Greece
Corresponding Author: Κ. Markatos, MD, Bsc, MSc, Orthopaedic Surgeon, 2 Panagi Vergoti street, GR-281 00 Argostoli, Kefalonia, Greece • e-mail: gerkremer@yahoo.gr

Essential SSL